Καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνεχίζουν να διαμορφώνουν τις αγοραστικές συνήθειες, η επιρροή των διασημοτήτων και των διαδικτυακών προσωπικοτήτων αντιμετωπίζεται με αυξανόμενο σκεπτικισμό.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Harris Poll που διεξήχθη για λογαριασμό της @creditkarma, σχεδόν το 69% των Αμερικανών χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αναφέρουν ότι έχουν «απο-επηρεαστεί» (de-influenced), δηλαδή ότι σκόπιμα επέλεξαν να μην αγοράσουν αντικείμενα που διαφημίζονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ο κύριος λόγος για την απόφαση αυτή είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στους φορείς επιρροής των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, την οποία επικαλείται το 32% των καταναλωτών.
Ενώ πολλοί Αμερικανοί καταναλωτές έχουν υποκύψει στους πειρασμούς των αγορών που θέτουν οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης μέσω στοχευμένων διαφημίσεων και προωθητικών ενεργειών, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να αυτό να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα.
Η πλειονότητα (88%) των χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης της γενιάς Z δηλώνουν ότι έχουν «απο-επηρεαστεί», και ο κυριότερος λόγος γι’ αυτό είναι τα ανθυγιεινά επίπεδα υπερκατανάλωσης που οδηγούν οι διαφημίσεις προϊόντων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (38%).
Αυτό φαίνεται λογικό, αν λάβουμε υπόψη ότι η Gen Z έχει γίνει γνωστή ως η πιο οικολογική γενιά μέχρι σήμερα. Η συντριπτική πλειοψηφία (90%) των Αμερικανών της Gen Z δηλώνουν ότι έχουν ψωνίσει από δεύτερο χέρι, με κίνητρα το να παίξουν ρόλο στην καταπολέμηση της γρήγορης μόδας (22%) και το να έχουν περιβαλλοντική συνείδηση (28%).
«Το γεγονός ότι οι Αμερικανοί καταναλωτές “απο-επηρεάζονται” για να αγοράσουν αντικείμενα που βλέπουν σε πλατφόρμες, όπως το TikTok και το Instagram, δείχνει το επίπεδο των αποχρώσεων που υπάρχουν στον χώρο των κοινωνικών μέσων, ιδίως όσον αφορά στις συμπεριφορές των καταναλωτών που οδηγούνται από αυτές τις πλατφόρμες», δήλωσε η Courtney Alev, συνήγορος των καταναλωτών σε θέματα χρηματοδότησης στην Credit Karma – πολυεθνική εταιρεία χρηματοδότησης .
«Σε πολλές περιπτώσεις, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να αποτελέσουν καταλύτη για κακές οικονομικές συνήθειες ή αισθήματα ανεπάρκειας, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, μπορούν να ωθήσουν υγιείς οικονομικές τάσεις και μια αίσθηση κοινότητας.
Ανεξάρτητα από αυτό, αυτές οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης κάνουν καλή δουλειά στο να οδηγούν τους καταναλωτές σε υπερκατανάλωση, κατά την περιήγηση στις εφαρμογές τους, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πόσο εύκολο είναι να αγοράσει κάτι με λίγα μόνο κλικ.
Εάν τα στοιχεία της πιστωτικής σας κάρτας είναι αποθηκευμένα στο διαδίκτυο, μπορείτε να εξετάσετε το ενδεχόμενο να τα διαγράψετε, για να μην παρασύρεστε τόσο εύκολα σε διαδικτυακές αγορές», σημείωσε.
Πέραν των αποτελεσμάτων της έρευνας, επιρροή στη δυναμική των celebrities και των influencer έχουν και τα brands που δεν μπορούν να βασίζονται, πλέον, σε μεγάλους influencers για να προσεγγίσουν ένα κομμάτι του κοινού-στόχου τους με μία μόνο κίνηση. Από την άλλη η τακτική των influencer να κερδοσκοπούν μέσω πληρωμένων συνεργασιών με brands, όπως έκαναν παλαιότερα, δεν είναι το ίδιο αποτελεσματική πια.
Η ιστορία της Influencer με τα 2εκ. Ακολούθους που δεν μπόρεσε να πουλήσει 36 T-shirts
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ιστορία από το 2019 της influencer με τους 2εκ. followers που δεν κατάφερε να πουλήσει συγκεκριμένο αριθμό T-shirt μέσω των πλατφορμών με τις οποίες συνεργαζόταν.
Μια influencer ονόματι @Arii με 2 εκατομμύρια followers απέτυχε να πουλήσει τα 36 μπλουζάκια που χρειαζόταν για να ξεκινήσει τη δική της σειρά ρούχων.
Σε μια ανάρτηση στο Instagram που έχει διαγραφεί από τότε, η Arii εξήγησε ότι κανείς δεν είχε «κρατήσει το λόγο του» και δεν είχε παραγγείλει τα μπλουζάκια της, παρά τα «τόσο καλά σχόλια», και ότι τώρα «η εταιρεία δεν θα μπορεί να στείλει παραγγελίες σε ανθρώπους που πραγματικά αγόρασαν τίποτα».
Πρόσθεσε επίσης ότι «οι άνθρωποι που πίστευα ότι θα με υποστήριζαν πραγματικά δεν το έκαναν ούτε μοιράστηκαν καμία από τις αναρτήσεις μου (το μόνο που ζήτησα)».
Είναι προφανώς πολύ περίεργο ότι κάποιος με 2 εκατομμύρια followers δεν μπόρεσε να πουλήσει 36 μπλουζάκια και μάλλον αυτό δείχνει πως η πτώση του μάρκετινγκ μέσω διάσημων προσώπων και influencer έχει ήδη ξεκινήσει εδώ και αρκετά χρόνια.