Ο Νίκος Κούρκουλος, γεννημένος στις 5 Δεκεμβρίου του 1934, μεγάλωσε σε μία μονοκατοικία στου Ζωγράφου, στην οδό Γεωργίου Παπανδρέου 14. Οι γονείς του, δύο χρόνια μετά τη γέννησή του, αγόρασαν σπίτι στην περιοχή, όπου και έζησαν μόνιμα μέχρι το θάνατο της μητέρας του. Σήμερα έχει ανεγερθεί πολυκατοικία και έχει αγοραστεί. Ο πατέρας του Αλκίνοος, Κερκυραίος στην καταγωγή, διατηρούσε κουρείο στην οδό Αμερικής. Η μητέρα του Αυξεντία, από την Τήνο, ήταν μια δυναμική γυναίκα που στήριζε ψυχή τε και σώματι τους άνδρες της οικογένειας της, καθώς είχε τέσσερα αγόρια. Ο Νίκος ήταν ο δεύτερος κατά σειρά. Από μικρός αγαπούσε τον αθλητισμό και ιδιαίτερα το ποδόσφαιρο. Όλοι θυμούνται το όμορφο παιδί που έπαιζε μπάλα στη γειτονιά. Ήταν ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός. Με μια παλιά σαμπρέλα που βρίσκει στο δρόμο, ένα ζευγάρι καλοκαιρινά πέδιλα και τη βοήθεια του τσαγκάρη γείτονα, φτιάχνει μόνος του τα απαραίτητα παπούτσια για να τρέξει στο γήπεδο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 και ενώ βρίσκεται στο γυμνάσιο, θα περάσει την πόρτα του γηπέδου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, ως ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού. Θα εγκαταλείψει για την υποκριτική. Σπουδάζει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στο πλευρό του Μάνου Κατράκη, τον οποίο ο Κούρκουλος εκτιμούσε απεριόριστα και τον καθοδήγησε να δώσει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου .
Την πρώτη θεατρική του εμφάνιση έκανε στο έργο «H κυρία με τις καμέλιες» με το θίασο Λαμπέτη – Xορν (1958-59). Στον κινηματογράφο διακρίθηκε σε ρόλους «ζεν-πρεμιέ» και πρωταγωνίστησε σε κοινωνικά δράματα. Το 1974 απόκτησε τη δική του θεατρική στέγη, το θέατρο ΚΑΠΠΑ. Το 1993 ανέλαβε καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού θεάτρου, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το τέλος(1993-2007). Η θητεία του υπήρξε καθοριστική για το Εθνικό.