Η εμπειρία της καραντίνας και η διάδοση της τηλεργασίας που ακολούθησε φαίνεται να έχουν και μια συνέπεια που, ίσως, δεν έχουμε σκεφτεί: τον «θάνατο» του lunch break, όπως την περιγράφει ένας μάλλον δραματικός τίτλος του NBC News, βασισμένος όμως σε νούμερα που δείχνουν ότι, τουλάχιστον στις ΗΠΑ, οι δαπάνες μας για μεσημεριανό φαγητό (που προέρχονται κυρίως από παραγγελίες στο γραφείο) έχουν μειωθεί κατά 3,3% – και, σε κάποιες αμερικανικές πόλεις, ακόμα περισσότερο.

Η αλήθεια είναι ότι η χρήση της λέξης «θάνατος» είναι μάλλον ακραία, ωστόσο διάφοροι παράγοντες συνηγορούν στη μείωση της συχνότητας και της διάρκειας των μεσημεριανών διαλειμμάτων για φαγητό στη δουλειά, όπως η συρρίκνωση των εισοδημάτων και η αύξηση του κόστους ζωής (εδώ μπορούμε να αναγνωρίσουμε σίγουρα τον εαυτό μας και οι Έλληνες). Μάλιστα μια πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου του Τορόντο έδειξε ότι οι Αμερικανοί προτιμούν τα χρήματά τους να μην τα ξοδεύουν σε παραγγελίες φαγητού που θα καταναλώσουν βιαστικά και αγχωμένα στο γραφείο μπροστά από έναν υπολογιστή, αλλά να τα κρατήσουν για απολαύσεις του Σαββατοκύριακου.

«Οι καταναλωτικές συνήθειες των υπαλλήλων γραφείου παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη μεταβολή που έχουμε δει μέσα στα τελευταία τέσσερα με πέντε χρόνια» επιβεβαιώνει ο οικονομικός αναλυτής Ara Kharazian.

«Οι καταναλωτικές συνήθειες των υπαλλήλων γραφείου παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη μεταβολή που έχουμε δει μέσα στα τελευταία τέσσερα με πέντε χρόνια».

Μια λιγότερο επίσημη αλλά πιο άμεση πηγή στοιχείων σχετικά με το θέμα είναι το Reddit, όπου οι χρήστες που το σχολιάζουν προσθέτουν στην εξίσωση και τον παράγοντα της συρρίκνωσης των διαλειμμάτων στη δουλειά.

«Έχω μία ώρα στη διάθεσή μου για φαγητό, αλλά για ένα σάντουιτς πρέπει να πληρώσω 10 δολάρια και για ένα πλήρες γεύμα 20-30 δολάρια» γράφει ένας χρήστης, εξηγώντας γιατί προτιμά «να φέρνω το δικό μου φαγητό στη δουλειά».

«Δουλεύω στην οικοδομή και έχω μόλις 30 λεπτά για μεσημεριανό διάλειμμα» προσθέτει ένας άλλος. «Αν θα ήθελα να τα χρησιμοποιήσω για να παραγγείλω φαγητό, θα τα ξόδευα όλα μέχρι να βγω από το εργοτάξιο, να παραλάβω το πακέτο και να περιμένω μέχρι να ξαναμπώ στο εργοτάξιο, γιατί υπάρχει μόνο μία είσοδος και έλεγχοι ασφαλείας. Έτσι, δεν έχω άλλη επιλογή παρά να φέρνω φαγητό μαζί μου καθημερινά από το σπίτι».

Ένα άλλο σχόλιο έλεγε: «Αν το γεύμα κοστίζει περισσότερο από μία εργατοώρα, το τρώω δουλεύοντας».

«Αν το γεύμα κοστίζει περισσότερο από μία εργατοώρα, το τρώω δουλεύοντας».

Η Guardian γράφει σχετικά ότι η συνήθεια του μεσημεριανού διαλείμματος για φαγητό υπάρχει ήδη από την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης και δεν έχει να κάνει μόνο με το φαγητό, φυσικά. Ανέκαθεν επίσης αποτελούσε πηγή έντασης ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζόμενους. Μάλιστα στα τέλη του 19ου αιώνα οι ιδιοκτήτες εργοστασίων άρχισαν να αναζητούν τον ιδανικό χρόνο διαλείμματος που θα μεγιστοποιούσε την απόδοση των εργατών και τα δικά τους κέρδη.

«Ήθελαν να είναι βέβαιοι ότι θα εκμεταλλεύονταν στο μέγιστο το εργατικό δυναμικό τους, έτσι άρχισαν να ελέγχουν την ώρα του φαγητού του» λέει σήμερα η Megan Elias, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης και συγγραφέας του βιβλίου «Lunch: the History of a Meal».

Εκείνη την εποχή, πριν από τη διάδοση των εργατικών συνδικάτων και τις διεκδικήσεις τους, το μεσημεριανό γεύμα ήταν μια από τις ελάχιστες στιγμές ξεκούρασης μέσα σε μια εργάσιμη ημέρα που δεν κρατούσε 8 αλλά «12, 14 ή και 16 ώρες» κατά την ιστορικό Sarah Wassberg Johnson.

Εκείνη την εποχή, πριν από τη διάδοση των εργατικών συνδικάτων και τις διεκδικήσεις τους, το μεσημεριανό γεύμα ήταν μια από τις ελάχιστες στιγμές ξεκούρασης μέσα σε μια εργάσιμη ημέρα που δεν κρατούσε 8 αλλά «12, 14 ή και 16 ώρες» κατά την ιστορικό Sarah Wassberg Johnson.

Στη διάρκεια του 20ου αιώνα, το lunch break εξελίχθηκε σε σύμβολο κοινωνικού στάτους. Οι εργάτες σε εργοστάσια είχαν το συντομότερο διάλειμμα, ενώ οι υπάλληλοι γραφείου μπορούσαν να δραπετεύσουν σε ένα κοντινό καφέ ή εστιατόριο. Όσο για τα υψηλόβαθμα στελέχη των εταιρειών, χρησιμοποιούσαν την εξουσία τους και στα μεσημεριανά διαλείμματα για φαγητό, παρατείνοντάς τα όσο μπορούσαν περισσότερο με το άλλοθι ότι τα χρησιμοποιούσαν για να κλείσουν συμφωνίες.

Σε όλες τις περιπτώσεις, το μεσημεριανό γεύμα, μικρότερο ή μεγαλύτερο, ήταν μια ανάσα μέσα στην ημέρα, μακριά από την ασφυκτική επιτήρηση του «αφεντικού». Ο ρόλος του, επιπλέον, ως ευκαιρία κοινωνικοποίησης μέσα στο γραφείο ενέπνευσε πρόσφατα ένα θεατρικό έργο, το «Lunch Bunch» του Adrian Einspanier, εμπνευσμένο από την ιστορία ενός δικηγόρου που τρέχει ένα σχετικό πρόγραμμα για να δίνει την ευκαιρία στους συναδέλφους του να ξεφεύγουν για λίγο από το χάος του γραφείου και «να υποστηρίζουν ο ένας τον άλλο» σύμφωνα με τον συγγραφέα του.

Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει με το lunch break στην Ελλάδα όπου, ειδικά σε χειρωνακτικά επαγγέλματα σε υπαίθριους χώρους, υπαγορεύεται και από τις υψηλές μεσημεριανές θερμοκρασίες: από τον ίδιο λόγο για τον οποίο, μια φορά κι έναν καιρό, είχαμε τη μεσημεριανή σιέστα – σήμερα είδος προς εξαφάνιση.

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below