Πηγαίνεις σε ένα εστιατόριο στη Νέα Υόρκη, δοκιμάζεις το φαγητό, περνάς ποιοτικό χρόνο με την παρέα σου και έρχεται η στιγμή του λογαριασμού. Και ο σερβιτόρος ρωτάει: «δεκαοκτώ, είκοσι ή είκοσι-δύο τοις εκατό;». Η ερώτηση δεν είναι καθόλου τυχαία αλλά πολλές φορές είναι ξένη σε ανθρώπους που επισκέπτονται για πρώτη φορά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό που συνήθως δεν γνωρίζουν είναι ότι το φιλοδώρημα είναι νομικά υποχρεωτικό και υπολογίζεται σε ποσοστό με βάση το γεύμα ή ποτό. Μάλιστα, χαριτολογώντας (και μη) πολλοί Αμερικάνοι μαγαζάτορες λένε τη φράση: «Πρόσεξε την συμπεριφορά σου γιατί θα σου αναθέτω τραπέζια με Ευρωπαίους!»
Το φιλοδώρημα είναι ένα έθιμο που έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της έννοιας της εστίασης και συνδέεται με την σχέση, η οποία δημιουργείται ανάμεσα στον άνθρωπο που προσφέρει το φαγητό ή ποτό και εξυπηρετεί καθ’ όλη την διάρκεια της εξόδου, και τον πελάτη. Όμως κάτι που ξεκίνησε από μία έκφραση ευγνωμοσύνης για την περιποίηση και την άριστη εξυπηρέτηση έχει ξεφύγει από αυτό το στάδιο και περιβάλλεται από μία πολύ αρνητική φιλοσοφία. Οι άνθρωποι πλέον δίνουν αλλά και δεν δίνουν φιλοδώρημα, για εξίσου λάθος λόγους. Μπορούν να εντοπιστούν πολλές αιτίες για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η λεγόμενη «Tipping Culture». Η πιο βασική όμως είναι η εργασιακή εκμετάλλευση εκ μέρους των εργοδοτών.
Πολλές φορές η κατάσταση στην εστίαση είναι τόσο σκληρή που αυτό φαίνεται στους πελάτες του μαγαζιού και το φιλοδώρημα μετατρέπεται από ένα «Ευχαριστώ που με περιποιήθηκες» σε «Συγνώμη που βιώνεις αυτές τις συνθήκες». Και πρόκειται για μία σχέση λύπησης που δεν επιζητά κανένας εργαζόμενος και το φιλοδώρημα δεν εξυπηρετεί το ρόλο του σωστά.
Ο δικηγόρος με ειδίκευση στο εργατικό δίκαιο Louis Pechman αναλαμβάνει κατ’ αποκλειστικότητα υποθέσεις τέτοιας εκμετάλλευσης και, όπως διαβάζουμε στην αντίστοιχη συνέντευξη του στο Νew Yorker, υπάρχει μια σύγχυση αναφορικά με το νομικό καθεστώς του φιλοδωρήματος στη Νέα Υόρκη. Αναφέρει ότι είναι άπειρες οι περιπτώσεις στις οποίες οι μισθοί δεν επαρκούν για να καλύψουν βασικές ανάγκες διαβίωσης των εργαζόμενων και οι τελευταίοι αναγκάζονται να «δίνουν. παράσταση» στους πελάτες ώστε να αποκτήσουν λίγα δολάρια παραπάνω. Σε άλλες περιπτώσεις, μάγειρες οι οποίοι δεν δικαιούνται μερίδιο από τα φιλοδωρήματα (νομικά), θα αφήσουν τις κουτάλες και θα γίνουν, έστω για μία ώρα, σερβιτόροι σε τραπέζια μεγάλης κατανάλωσης με ελπίδα να γυρίσουν σπίτι με ένα αξιοπρεπές ποσό στο πορτοφόλι τους στο τέλος της ημέρας. Τα συχνότερα θύματα εκμετάλλευσης είναι φυσικά οι αλλοδαποί και υπάρχουν ακόμα και πολλές περιπτώσεις στις οποίες οι εργοδότες κρατούν τα φιλοδωρήματα.
Το πρόβλημα είναι οι εξαιρετικά χαμηλοί μισθοί και αμερικανικό δίκαιο το «έλυσε» με το υποχρεωτικό φιλοδώρημα. Μόνο που στην πραγματικότητα, απλά μετέτρεψε την ευγνωμοσύνη σε επιδότηση σύμφωνα με τον Pechman.
Αν όμως πάρουμε μία πτήση περίπου 12 ωρών και μεταφερθούμε στην Αθήνα θα δούμε ότι τα πράγματα δεν διαφέρουν τόσο όσο περιμένουμε παρά το διαφορετικό νομικό πλαίσιο. Και πάλι θα βρούμε μπροστά μας την ίδια εργασιακή εκμετάλλευση αλλά και κάτι ακόμα. Οι χαμηλοί μισθοί, οι απαράδεκτες συνθήκες εργασίας, ιδιαίτερα σε μήνες μεγάλου τουρισμού που οδηγούν τους εργαζόμενους να γίνονται έρμαια των φιλοδωρημάτων είναι φαινόμενο παγκόσμιο. Όμως, η άρνηση έκφρασης της ελάχιστης ευγνωμοσύνης με ένα έστω μικρό tip είναι φαινόμενο ευρωπαϊκό, γενικά.