Ένας γυναικολόγος, ένας εμβρυολόγος και διάφοροι ακόμα εργαζόμενοι σε κλινική Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής στα Χανιά οδηγούνται σήμερα ενώπιον του εισαγγελέα, ο οποίος αναμένεται να τους ασκήσει δίωξη για βαριές κατηγορίες, όπως η εμπορία βρεφών.
Το νέο έγινε γνωστό εχθές, Τρίτη, 8 Αυγούστου, όταν πραγματοποιήθηκε προσαγωγή δύο εμπλεκόμενων στην υπόθεση στην Ασφάλεια Χανίων και σταδιακά δημοσιεύονται πληροφορίες για εκμετάλλευση γυναικών για το γενετικό τους υλικό και τη χρήση τους ως παρένθετες μητέρες χωρίς την τήρηση του νόμου και με σκοπό την κερδοφορία εκ μέρους της κλινικής. Το κύκλωμα φέρεται να αποτελείται από τουλάχιστον 8 άτομα, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονται και «μεσίτριες» βρεφών, που αναζητούσαν γυναίκες προς εκμετάλλευση.
Σύμφωνα με τις σημερινές επίσημες ανακοινώσεις της Αστυνομίας, «Από τον Δεκέμβριο του 2022 καταγράφηκαν τουλάχιστον 182 περιπτώσεις εκμετάλλευσης γυναικών στον τομέα της αφαίρεσης ωαρίων και παρένθετης μητρότητας ενώ εξιχνιάστηκαν περισσότερες από 400 περιπτώσεις εξαπάτησης μέσω εικονικών εξωσωματικών».
Για την ώρα οι πληροφορίες που υπάρχουν σχετικά με την υπόθεση αναφέρουν πως γινόντουσαν αγοραπωλησίες βρεφών, με δύο γυναίκες να έχουν συλληφθεί επ’ αυτοφώρω να παραδίδουν παιδί σε άτομο στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών. Για τις «τιμές πώλησης» έχουν ακουστεί ποσά από 70 ως 120 χιλιάδες ευρώ. Ακούστηκε ακόμα ότι πολλές γυναίκες που αναλάμβαναν να κυοφορήσουν κάποιο παιδί ως παρένθετες μητέρες τελικά δεν υποβάλλονταν σε αυτή τη διαδικασία, αλλά έδιναν το γενετικό τους υλικό στο κέντρο, το οποίο το παρείχε σε άλλες γυναίκες, χωρίς να τηρείται ο νόμος.
Η αυθόρμητη ερώτηση όλων μας είναι το «τι ακριβώς συμβαίνει». Η δεύτερη ερώτηση είναι το «πώς μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο». Στο «γιατί συμβαίνει» δε θέλουμε καν να φτάσουμε για την ώρα.
Η νομοθεσία υπάρχει και μάλιστα πρόσφατα επικαιροποιήθηκαν κάποιες διατάξεις της, ώστε να εξυπηρετείται καλύτερα ο σκοπός της, δηλαδή η διαμόρφωση ενός πλαισίου ιατρικής υποβοήθησης που θα σέβεται τα δικαιώματα των γυναικών και θα βοηθά στην αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχουν νόμιμες διαδικασίες που τηρούνται στην περίπτωση δωρεάς ωαρίων, οι οποίες όπως φαίνεται παρακάμπτονταν εντελώς στην περίπτωση της εν λόγω κλινικής. Αν αποδειχτεί ότι γυναίκες χωρίς καλή οικονομική κατάσταση έλεγαν το ναι σε προτάσεις «μεσιτριών» ώστε να έρθουν στην Ελλάδα από τις χώρες τους και να κυοφορήσουν έμβρυα ή να δώσουν το γενετικό τους υλικό, χωρίς να έχουν πλήρη γνώση του τι κάνουν, τότε το συμπέρασμα είναι πως οι γυναίκες που θέλουν να αποκτήσουν παιδιά, αλλά και οι γυναίκες που προσφέρονται να τις βοηθήσουν, είναι έρμαια του οποιουδήποτε συλλάβει μία τέτοια κερδοφόρα ιδέα και καταφέρει να την εφαρμόσει.
Αν ανατρέξει κανείς στη σχετική νομοθεσία για την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, τότε καταλαβαίνει αμέσως πως το πλαίσιο που έχει τεθεί από το κράτος είναι αυστηρότατο. Καμία κλινική δε μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και να ακολουθεί τις δικές της διαδικασίες. Κανένας ιδιώτης γιατρός ή εμβρυολόγος ή επιστήμονας άλλης σχετικής ειδικότητας δε μπορεί να δρα όπως επιθυμεί ή όπως κρίνει πως είναι καλύτερα. Ειδικά για τη διακίνηση εντός Ελλάδας του γεννητικού υλικού δοτών ή δοτριών, δημοσιεύτηκαν τον περασμένο Απρίλιο νέοι κανονισμοί, βάσει των οποίων το γεννητικό υλικό καταγράφεται με ειδικό τρόπο, με σκοπό να υπάρχει πάντα η δυνατότητα πρόσβασης στα στοιχεία τους.
Καμία κλινική δε μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και να ακολουθεί τις δικές της διαδικασίες. Κανένας ιδιώτης γιατρός ή εμβρυολόγος ή επιστήμονας άλλης σχετικής ειδικότητας δε μπορεί να δρα όπως επιθυμεί ή όπως κρίνει πως είναι καλύτερα.
Ποιος ελέγχει, όμως, όλες αυτές τις διαδικασίες; Θεωρητικά πρόκειται για μία αρμοδιότητα της Εθνικής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής. Αυτή η αρχή είναι ένας κρατικός φορέας που έχει ως υποχρέωση να φροντίζει τα κέντρα Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής να λειτουργούν με βάση τις διατάξεις του νόμου και, όπως λέει και το ίδιο το website της αρχής, «εναρμονισμένα και υπό έγκυρη διαπίστευση».
Η Αρχή, λοιπόν, ελέγχει τις κλινικές. Την Αρχή, όμως, ποιος την ελέγχει;
Αντιλαμβανόμαστε ότι ίσως η Αρχή να είναι υποστελεχωμένη. Ή ότι το υπάρχον νομικό πλαίσιο μπορεί να μην είναι τόσο εύκολο στην εφαρμογή, όσο μοιάζει όταν είναι τυπωμένο στο χαρτί. Μέχρι να διαλευκανθεί η υπόθεση, με όλα της τα παρακλάδια, είμαστε υποχρεωμένοι να λαμβάνουμε υπόψιν μας όλες τις πλευρές.
Ποιος, όμως, θα καταστείλει μέσα μας τη φωνή που άρχισε να ουρλιάζει, όταν έγιναν γνωστά τα παραπάνω περιστατικά; Ποιος θα πει με σιγουριά στις γυναίκες που προσπαθούν να αποκτήσουν παιδιά μέσω διαδικασιών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ότι τα ωάρια της δότριας που χρησιμοποίησαν είχαν αποκτηθεί νόμιμα και δεν είχε υποφέρει καμία άλλη γυναίκα, ώστε εκείνες να προσπαθήσουν να επιτύχουν το σκοπό τους; Ποιος θα αποκαταστήσει τη χαμένη εμπιστοσύνη του κοινού σε αυτές τις διαδικασίες; Ποιου το μυαλό μπορεί να χωρέσει ότι γίνεται σήμερα εμπόριο ανθρώπων και του γενετικού υλικού τους κατ’ αυτό τον τρόπο; Ποιοι θα αναλάβουν τις ευθύνες; Και ποιος θα σταθεί δίπλα στους ανθρώπους που θέλουν να αποκτήσουν παιδιά, προσπαθούν σκληρά γι’ αυτό και βρίσκονται μπροστά από ένα failed state; Εμείς αναρωτιόμαστε και απαντήσεις δε βρίσκουμε, εκτός από μία. Είναι η αγανάκτηση.