Στην Επίδαυρο βρέθηκε η Κατερίνα Ευαγγελάτου για να παρακολουθήσει την παράσταση «Σφήκες» σε σκηνοθεσία της Λένας Κιτσοπούλου. Η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου έχει βρει το στυλ που της ταιριάζει και το ακολουθεί πιστά, επιλέγοντας συχνά μονόχρωμες εμφανίσεις ή συνδυάζοντας λευκό και μαύρο. Αυτή τη φορά, το κύριο χρώμα του φορέματός της ήταν το μαύρο, ενώ λευκές πινελιές έδιναν φως στη σκουρόχρωμη εμφάνιση. Το shirt dress της έδενε με μία λεπτή ζώνη κάτω από το στήθος και είχε ασύμμετρο τελείωμα. Το συνδύασε με μαύρα strappy σανδάλια με χρυσές λεπτομέρειες και statement δαχτυλίδια.
Λίγα λόγια για την παράσταση Σφήκες
Οι Σφήκες του Αριστοφάνη είναι μια κωμωδία που σπάνια ανεβαίνει στην ελληνική σκηνή. Το έργο επιστρέφει στο δραματολόγιο του Εθνικού εξήντα χρόνια μετά την παράσταση του Αλέξη Σολομού, σε μια σύγχρονη μεταγραφή από τη Λένα Κιτσοπούλου που υπογράφει την ελεύθερη διασκευή του και τη σκηνοθεσία. Στην πρώτη κάθοδό της στην Επίδαυρο, η αιρετική δημιουργός, πλαισιωμένη από μία σπουδαία ομάδα συνεργατών και ηθοποιών, αναμετριέται με ένα έργο που αναστοχάζεται πάνω στις παθογένειες της δημοκρατίας μας και τις ρωγμές της δικαιοσύνης.
Στους Σφήκες, ο Αριστοφάνης χρησιμοποιεί το όχημα της κωμωδίας για να σατιρίσει, με τον αξεπέραστα αιχμηρό του τρόπο, ένα ζήτημα βαθιά πολιτικό: τη διάβρωση του δικαστικού συστήματος, του ακρογωνιαίου λίθου της λαϊκής κυριαρχίας στην αρχαία Αθήνα. Από τη μία ένας χαιρέκακος, δικομανής ηλικιωμένος δικαστής που ζει για να καταδικάζει «ενόχους» κι από την άλλη ο απεγνωσμένος γιος του, ένα σαθρό δικαστικό σύστημα που μοιράζει επιδόματα και μια ολόκληρη κοινωνία από Σφήκες: άτομα σκληρά με οξύ κεντρί, ακόρεστη όρεξη για κριτική και μηδενική διάθεση για αυτοκριτική. Μια κοινωνία εγκλωβισμένη μέσα στο αποπνικτικό κουκούλι της διχόνοιας και της κακεντρέχειας. Μια κοινωνία που συστρέφεται, σπαρταρά, εξαπολύει κατηγορώ και καταλήγει να τρέφεται από το ίδιο της το δηλητήριο. Στην εκδοχή της Λένας Κιτσοπούλου η σκηνοθεσία στρέφει το βλέμμα της στα σύγχρονα «κεντριά», στα λαϊκά δικαστήρια που στήνονται στις τηλεοπτικές εκπομπές και στα social media.