Οι γάτες μας κόλλησαν ψύλλους. «Ε, και λοιπόν;», θα έλεγε ένας ψύχραιμος άνθρωπος και θα άνοιγε μια αμπούλα και θα την άδειαζε στον αυχένα τους. Όχι εγώ. Στο δικό μου μυαλό καταγράφηκε σαν ένα ζήτημα ζωής και θανάτου. Μετά από πανικόβλητα τηλεφωνήματα σε κτηνιάτρους και δερματολόγους, μπήκα σαν την τρελή στο αυτοκίνητο για να βρω εφημερεύον φαρμακείο, να αγοράσω ένα φορτηγό αντιφθειρικά και μετά να γυρίσω στο σπίτι, να αλλάξω όλα τα κρεβάτια, να ψεκάσω τα στρώματα και δεν θυμάμαι τι άλλο. Πέρασα τόσο άσχημα που δεν ξέρω αν είχε κάτι ευχάριστο εκείνο το Σαββατοκύριακο ή εκείνος ο μήνας.
Δεν είμαι εγώ όμως αυτή. Αυτή είναι μία άλλη, ένας πολύ φορτωμένος άνθρωπος, μία μητέρα που σηκώνει στην πλάτη της το ψυχολογικό βάρος της ανατροφής δύο παιδιών και του συντονισμού μιας οικογένειας. Οι ψύλλοι ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Ξέρω, είναι πολυτέλεια να γκρινιάζει μια μαμά ότι είναι κουρασμένη, περισσότερο όμως και από τη σωματική εξάντληση είναι η ψυχική. Δεν είναι που πρέπει ανά πάσα στιγμή να υπάρχει διαφορετικό φαγητό για όλους, είναι που κανείς δεν είναι ευχαριστημένος. Ούτε που πρέπει κάθε μέρα να οργανώνεις και να υλοποιείς ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει σχολείο, αθλητικές δραστηριότητες, ξένες γλώσσες, γιατρούς και θεραπείες από σιδεράκια μέχρι λέιζερ αποτρίχωσης. Είναι που πρέπει όλα αυτά να τα υποστηρίζεις και ψυχολογικά. Η μικρή θέλει να σταματήσει τα Γαλλικά, τι κάνουμε σε αυτή την περίπτωση; Πόση ενέργεια πρέπει να δαπανήσεις για να την πείσεις ότι αξίζει να προσπαθήσει, όμως να το πετύχεις χωρίς να την πιέσεις; Η μεγάλη θέλει να κάνει λεύκανση στον οδοντίατρο. Πόσα επιχειρήματα χρειάζονται για να αποδείξεις ότι τα χαμόγελα που βλέπει στο Instagram δεν γίνονται με λεύκανση αλλά με άλλους τρόπους και, τέλος πάντων, στα 15 τα κοριτσάκια πρέπει να σκέφτονται τα μαθήματά τους και όχι τα δόντια τους. Ο καθημερινός βομβαρδισμός, όμως, δεν θεωρείται αρκετός για να σε λυπηθούν. Η ζωή τους, εκτός από ασφαλής, υγιής και εποικοδομητική, πρέπει να είναι και παραμυθένια.
Δεν είναι που πρέπει ανά πάσα στιγμή να υπάρχει διαφορετικό φαγητό για όλους, είναι που κανείς δεν είναι ευχαριστημένος. Ούτε που πρέπει κάθε μέρα να οργανώνεις και να υλοποιείς ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει σχολείο, αθλητικές δραστηριότητες, ξένες γλώσσες, γιατρούς και θεραπείες από σιδεράκια μέχρι λέιζερ αποτρίχωσης.
Αναρωτιέσαι: είναι ευτυχισμένα; Κάνω ό,τι μπορώ για να έχουν ωραίες αναμνήσεις; Τους δίνω αρκετή αγάπη; Μήπως πρέπει να τα κακομαθαίνω περισσότερο; Μήπως λιγότερο; Μήπως τους αξίζει μια καλύτερη μαμά;
Δεν ξέρω τι τους αξίζει, αλλά αυτή τη στιγμή μπορεί και να έχουμε μiα καμένη μαμά στο σπίτι. Το mom burnout είναι πλέον γεγονός, είναι μετρήσιμο, μπορείς να κάνεις τεστ για να διαγνωστείς, μπορείς ακόμη και να θεραπευτείς. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η μητρική εξουθένωση είναι μiα χρόνια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από σωματική, ψυχική και συναισθηματική εξάντληση και εκδηλώνεται όταν το παρατεταμένο στρες περιορίζει τα αποθέματα ενέργειας ενός ανθρώπου. Τα νεύρα, ο πανικός, οι κρίσεις υστερίας, το αίσθημα ανεπάρκειας, η κατάθλιψη και άλλες περιπέτειες της ψυχής και του νου μπορεί να κρύβουν πίσω τους ένα γονιό που έχει εξαντλήσει τα περιθώρια της αντοχής του. Στην υπερπροσπάθειά μας έρχεται να προστεθεί κάτι χειρότερο που δεν το μετρούν οι έρευνες: η απαξίωση της μαμάς. Μέσα σε μια κοινωνία που δεν υποστηρίζει, δεν επιβραβεύει, ούτε καν τιμάει το ρόλο της μητέρας, έρχεται και η οικογένεια να κάνει το ίδιο. Ποιος άνδρας έχει συγχαρεί τη σύζυγό του που παρέμεινε όρθια στο τέλος μιας συνηθισμένης μέρας με 1.500 υποχρεώσεις; Ποιος γύρισε με χαμόγελο στο σπίτι μετά τη δουλειά, εξέφρασε ευγνωμοσύνη για ό,τι έχει στη ζωή του -από το χθεσινό φαγητό μέχρι τους καβγάδες των παιδιών- και μετά της είπε «τώρα θέλω να ξεκουραστείς και να τα αφήσεις όλα πάνω μου»; Την ίδια απαξίωση, στην καλύτερη περίπτωση, εκφράζουν και τα παιδιά που φτάνουν στην εφηβεία και περιχαρακώνουν το εγώ τους. Τα «δεν ξέρεις εσύ», «εσύ φταις για όλα», «η μαμά του τάδε είναι καλύτερη» θεωρούνται απαραίτητο στάδιο της φυσιολογικής ανάπτυξης της προσωπικότητας, δεν παύουν όμως να είναι προσβλητικά, απογοητευτικά, παράλογα και ένας ακόμα λόγος να νιώθεις ξεζουμισμένη.
Ποιος άνδρας έχει συγχαρεί τη σύζυγό του που παρέμεινε όρθια στο τέλος μιας συνηθισμένης μέρας με 1.500 υποχρεώσεις; Ποιος γύρισε με χαμόγελο στο σπίτι μετά τη δουλειά, εξέφρασε ευγνωμοσύνη για ό,τι έχει στη ζωή του -από το χθεσινό φαγητό μέχρι τους καβγάδες των παιδιών- και μετά της είπε «τώρα θέλω να ξεκουραστείς και να τα αφήσεις όλα πάνω μου»;
«Μερικές φορές εύχομαι ν’ ανοίξει η γη και να με καταπιεί. Να μην είμαι εκεί, να μη με βλέπουν, να μη μου μιλάνε, να μη βγάζουν τα νεύρα τους πάνω μου. Νιώθω ότι θέλω να φύγω, να εξαφανιστώ. Να πάω ένα ταξίδι ή μόνη μου διακοπές. Φυσικά δεν πάω πουθενά γιατί ξέρω ότι θα μου λείψουν», λέει μια φίλη. Από τότε που σταμάτησε το γραφείο και δουλεύει από το σπίτι νιώθει ότι δεν ξέρει πού να κρυφτεί. Τα δύο χρόνια πανδημίας εφηύραν την τηλεργασία και όλο και περισσότερες γυναίκες αναγκάζονται, αν μπορούν, να εργαστούν από το τραπέζι της κουζίνας προκειμένου να συνδυάσουν τα επαγγελματικά με τα οικογενειακά καθήκοντα, ενώ είναι πολλές και εκείνες που παρατούν εντελώς την καριέρα. Μόνο στην Αμερική, από τον Φεβρουάριο του 2020 μέχρι τον Ιανουάριο του 2022, σχεδόν 2 εκατομμύρια εργαζόμενες εγκατέλειψαν τη δουλειά τους καθοδηγημένες από το φαρισαϊκό δίλημμα που θέτουν τα ζευγάρια μεταξύ τους: ποιανού μισθός είναι πιο σημαντικός; Και επειδή ο καλύτερα αμειβόμενος είναι συνήθως ο πατέρας, μαντέψτε ποια θα πλένει τα πιάτα. Συγχρόνως θα ετοιμάζει τρία γεύματα τη μέρα, θα διασκεδάζει τα παιδιά, θα μελετάει μαζί τους, θα τα πηγαινοφέρνει σαν ταξί, ενώ θα προσπαθεί να φροντίσει λιγάκι το σώμα της και να αναθερμάνει τη σχέση με το σύντροφό της. Το αποτέλεσμα θα είναι η ίδια να μη βρίσκει πουθενά τον εαυτό της. Ούτε στο σπίτι, ούτε και στη δουλειά. Σε μια έρευνα του Motherly το 2021, το 93% των μαμάδων ομολόγησε ότι ένιωθε burnout, έστω και περιστασιακά.
Ο δρόμος της απώλειας
Όλες μας έχουμε έρθει στον κόσμο με το ιερό καθήκον να ευχαριστούμε τους άλλους και εκπαιδευτήκαμε σε αυτό από τα πρώτα βήματα ή από τα πρώτα πλιέ που κάναμε στο μπαλέτο. Την ώρα που τα κοριτσάκια μαθαίνουν πιρουέτες για να προσφέρουν ευχάριστο θέαμα, τα αγοράκια βάζουν γκολ για να εκτονώνονται και να πανηγυρίζουν. Η κουλτούρα του people pleasing είναι μέσα στο ρόλο μας και καθεμιά μας χρειάζεται πολλή αυτοανάλυση για να βγάλει αυτή τη στολή από πάνω της. Στο δικό μου δρόμο απαιτείται μια επιπλέον προσπάθεια, καθώς η σκλήρυνση κατά πλάκας δεν μου επιτρέπει να κάνω όσα πρέπει για να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Οπότε ως μανούλα πρέπει να προσφέρω ό,τι έχω και δεν έχω, να εξαντλώ όλα τα περιθώρια των πραγμάτων που μπορώ να κάνω ώστε να μην αισθάνομαι ελαττωματική για όσα δεν καταφέρνω – μία τακτική ικανή να οδηγήσει ακόμα και τη Μητέρα Τερέζα σε αυτοπυρπόληση.
Την ώρα που τα κοριτσάκια μαθαίνουν πιρουέτες για να προσφέρουν ευχάριστο θέαμα, τα αγοράκια βάζουν γκολ για να εκτονώνονται και να πανηγυρίζουν. Η κουλτούρα του people pleasing είναι μέσα στο ρόλο μας και καθεμιά μας χρειάζεται πολλή αυτοανάλυση για να βγάλει αυτή τη στολή από πάνω της.
Η Μέρεντιθ Έθιγκτον, συγγραφέας του «The Mother Load» (2023) και μητέρα τριών παιδιών, έχει γίνει influencer, θεραπεύτρια και μπλόγκερ με σκοπό να υποστηρίξει τις καμένες μαμάδες. Στο τελευταίο της βιβλίο εξηγεί πως ο δρόμος για να βγει κανείς από το burnout είναι να κοιτάξει προς τα μέσα, όχι προς τα έξω, και να επικεντρωθεί στο προσωπικό του ταξίδι στη μητρότητα. Φροντίζοντας την ψυχική υγεία, εγκαταλείποντας τους ανέφικτους στόχους, ζώντας με ευγνωμοσύνη για όσα έχουμε, ιεραρχώντας την αυθεντικότητα πάνω από την τελειότητα κάνουμε ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Συγχρόνως μιλάει για τη σημασία της αυτοφροντίδας ως τον μόνο τρόπο για να τα βγάλει μια μαμά πέρα με το παράλογο πρόγραμμά της. Ωστόσο όλα αυτά ακούγονται σαν προβλήματα πολυτελείας αν αναλογιστεί κανείς ότι υπάρχουν και μητέρες οι οποίες χρειάζονται ένα ψυχικό σθένος που δεν χωράει ο νους μας για να αναθρέψουν παιδιά με ειδικές ανάγκες. Σε μια καθημερινότητα γεμάτη αδιέξοδα, άλυτα προβλήματα, απογοητεύσεις και δυσεύρετες χαρές, πρέπει να βρουν μέσα τους τη δύναμη να σταθούν όρθιες και να στηρίξουν και την οικογένειά τους. Για να εξηγήσει πώς κατάφερε όχι μόνο να επιβιώσει από το burnout αλλά και να διαπρέψει, η Κλαούντια Ταμποάντα, δικαστικός και μητέρα δύο παιδιών με τον μεγαλύτερο γιο αυτιστικό, έγραψε το βιβλίο «Burnout to Unstoppable». Δίνοντας προτεραιότητα στην αυτοφροντίδα και μαθαίνοντας τη διαχείριση του στρες έγινε αυτό που η ίδια αποκαλεί badass.
«Όταν διαγνώστηκε ο γιος μου με σοβαρό αυτισμό στα δυόμισι χρόνια του, έπρεπε να εγκαταλείψω την καριέρα μου ως εισαγγελέας για να τον φροντίζω μέρα νύχτα. Μελέτησα τα πάντα για την πάθηση, αναζήτησα τις καλύτερες θεραπείες, έδωσα μάχες για τα δικαιώματά του, του έκανα μαθήματα κατ’ οίκον. Αυτός ο αγώνας εξάντλησε όλα τα σωματικά, ψυχικά και πνευματικά μου αποθέματα. Μέσα στη δίνη του αυτισμού, έχασα τον εαυτό μου». Η ζωή της άλλαξε όταν ανακάλυψε το τρέξιμο. Αρχισε σταδιακά προπόνηση και έφτασε να τρέχει σε μαραθώνιους σε όλο τον κόσμο. Η σωματική άσκηση στη δική της περίπτωση ήταν το εργαλείο αυτοφροντίδας που της έδωσε πίσω τα όνειρά της. «Παρόλο που έχω επίγνωση του μέλλοντος του παιδιού μου, ο φόβος του άγνωστου δεν με πανικοβάλλει πλέον γιατί ξέρω ότι θα φροντίσω τον εαυτό μου, ό,τι κι αν μου φέρει αυτό το ταξίδι. Είναι γνωστό, αλλά ισχύει: δεν μπορείς να χύσεις νερό από άδεια κανάτα. Πρέπει να φροντίσεις πρώτα τον εαυτό σου προτού φροντίσεις τους άλλους». Σήμερα είναι αγωνίστρια για τα δικαιώματα των αναπήρων, ομιλήτρια ενδυνάμωσης, επιχειρηματίας, μαραθωνοδρόμος, τριαθλήτρια και δημιουργός της Unstoppable Wellness Academy.
«Όταν διαγνώστηκε ο γιος μου με σοβαρό αυτισμό στα δυόμισι χρόνια του, έπρεπε να εγκαταλείψω την καριέρα μου ως εισαγγελέας για να τον φροντίζω μέρα νύχτα. Μελέτησα τα πάντα για την πάθηση, αναζήτησα τις καλύτερες θεραπείες, έδωσα μάχες για τα δικαιώματά του, του έκανα μαθήματα κατ’ οίκον».
Ακόμη όμως κι όταν έρθει η ώρα να τους φροντίσεις, δεν χρειάζεται να τα κάνεις όλα τέλεια. Έτσι κι αλλιώς τέλεια μάνα δεν υπάρχει. Κάτι το μπαλάκι που μας έχει πετάξει ο κόσμος της πατριαρχίας, κάτι ο ανταγωνισμός με τις άλλες γυναίκες, κάτι ο πολιτισμός του ναρκισσισμού, αποφασίσαμε ότι μόνο το τέλειο είναι αρκετά καλό για εμάς και τα παιδιά μας. Εκτός όμως του ότι δεν υφίσταται, δεν είναι και ένας εποικοδομητικός τρόπος ανατροφής. Τα λάθη, οι ελλείψεις, ακόμα και οι στερήσεις και οι απουσίες είναι τα στοιχεία που χτίζουν το χαρακτήρα και αυτό το καταλαβαίνουμε με μια ματιά στα παιδικά χρόνια των σημαντικών ανθρώπων της Ιστορίας. Το να τους τα δίνουμε όλα έτοιμα μπορεί και να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα. Στο θεατρικό «Σήμερα ξύπνησα παιδί» του Έρμαν Έσε, ένα μωρό γεννιέται και ο νονός υπόσχεται στη μητέρα του ότι θα της πραγματοποιήσει οποιαδήποτε ευχή της. Η ευχή γίνεται πραγματικότητα: το παιδί μεγαλώνει και όλοι οι δρόμοι του ανοίγονται χωρίς καμία προσπάθεια. Μπορεί όμως να ενηλικιωθεί κανείς χωρίς να συναντήσει κανένα εμπόδιο; Με αυτή την ερώτηση ο Γερμανός φιλόσοφος βάζει στη θέση τους πολλά από τα πράγματα που μας κάνουν να χάνουμε τον ύπνο μας επειδή δεν είναι τέλεια.