Ένα πέρασμα από την Evripides Art Gallery στο Κολωνάκι, όπου παρουσιάζεται η νέα δουλειά του ζωγράφου Χρήστου Παλλαντζά με τίτλο In medias res- Η Μεταφυσική του ορατού, μετατρέπεται στη στιγμή σε στάση. Είναι τέτοια η δύναμη των εικόνων που σε αναγκάζουν τον επισκέπτη να σταθεί και να αναρωτηθεί για την προέλευσή τους, να “ακούσει” την ιστορία τους, να φτιάξει μία δική του, ταιριαστή με τα συναισθήματα που του δημιουργεί άλλοτε η έκρηξη χρωμάτων και άλλοτε η ύπαρξη ενός κτηρίου, ενός σπιτιού, ενός καφενείου, μιας μάντρας, της ίδιας της Ακρόπολης, σε αυτές τις μεγάλων διαστάσεων -κυρίως- τοπιογραφίες.
Ο Χρήστος Παλλαντζάς, που γεννήθηκε στη Λάρισα το 1962, σπούδασε ζωγραφική στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας με καθηγητές τους Δ. Μυταρά, Δ. Κοκκινίδη και Ν. Κεσσανλή, τεχνική των Βυζαντινών εικόνων (αγιογραφία), νωπογραφία (φρέσκο) με καθηγητή τον Κ. Ξινόπουλο και ψηφιδωτό με τον Γ. Βαλαβανίδη. Στις σπουδές του προστέθηκαν στην πορεία των χρόνων η Ιστορία της τέχνης με καθηγήτρια την Μ Λαμπράκη-Πλάκα, η ιστορία της Αρχιτεκτονικής και η Ρυθμολογία με καθηγητές τους Ι. Καρατζόγλου και Σ. Κονταράτο, η εισαγωγή στην Αισθητική, τη θεωρία της Τέχνης και Φιλοσοφία με καθηγητή τον Π. Χριστοδουλίδη και η Παιδαγωγική Ψυχολογία και διδακτική με καθηγητή τον Δανασή-Αφεντάκη. Το διάστημα 1990-92, με υποτροφία της Γαλλικής κυβέρνησης συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στην Ecole Nationale Superieure des Beaux-Arts de Paris με δάσκαλο τον Pierre Carron, ενώ ήδη από τη δεκαετία του ’90 δίδαξε ζωγραφική σε σχολεία και εκπαιδευτικά ιδρύματα. Από το 2011 έως το 2013 εργάστηκε στην Παιδοψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Παίδων ‘’Αγία Σοφία’’ ως art-therapist στο πρόγραμμα Προαγωγή Ψυχικής Υγείας παιδιών και εφήβων με χρόνια σωματική νόσο. Έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη, στην Πινακοθήκη της Φλώρινας, στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, στην Πινακοθήκη Κουβουτσάκη, στο Μουσείο Φρυσίρα και σε δεκάδες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Από την πρώτη ατομική του έκθεση στην Gallerie Bernanos στο Παρίσι το 1991 έχουν ακολουθήσει δεκάδες, ατομικές και ομαδικές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Η κουβέντα μας έγινε με αφορμή την πιο πρόσφατη έκθεσή του στην Evripides Art Gallery, που πήρε παράταση λόγω μεγάλης επισκεψιμότητας και προλαβαίνετε να δείτε ως τις 20 Μαΐου.
Γιατί η μεταφυσική του ορατού;
Πάντα με ενδιέφερε η μάλλον με γοήτευε να εξερευνήσω και να κατανοήσω την άλλη πλευρά των πραγμάτων. Εκείνη την διάσταση όπου όλα μπορεί να καθαγιάζονται από το άγγιγμα του ανθρώπου. Σκεφτείτε ένα αντικείμενο κάποιο προσφιλούς προσώπου που απουσιάζει. Τι είναι αυτό που κάνει το αντικείμενο ξεχωριστό σαν να έχει μια δύναμη που μπορεί να επηρεάσει ακόμη και τις αποφάσεις στη ζωή μας. Μια μικρή φωτογραφία στην τσέπη της γιαγιάς μου όταν την χάσαμε, έγινε η αφορμή ενός από τα πρώτα μου έργα στη σχολή καλών τεχνών που χαρακτήρισαν και την τάση μου στην ζωγραφική μου πορεία. Όλα όσα παρατηρούμε στη φύση για να τα ζωγραφίσουμε και να τα ερμηνεύσουμε βασιζόμαστε στο μέγεθος της σκιάς τους. Αυτή είναι η περιοχή στο έργο τέχνης που μπορούμε να ταυτιστούμε με το δημιουργό. Αυτή είναι η περιοχή που πρέπει να εξερευνήσουμε και να ερμηνεύσουμε ώστε να αποκαλυφθεί η άλλη διάσταση των πραγμάτων και του εαυτού μας.
Τι είναι αυτό που σας έλκει στην τοπιογραφία;
Αφιέρωσα πάρα πολύ χρόνο στην μελέτη του ανθρώπινου σώματος μέσα στο χώρο. Θεωρώ ότι είμαι ανθρωποκεντρικός ζωγράφος. Όμως αυτό που πάντα προσπαθούσα να αντιληφθώ και να ερμηνεύσω στη ζωγραφική μου ήταν ο αέρας ανάμεσα στα πράγματα είτε αυτά ήταν πρόσωπα είτε τα θέματα ενός τοπίου. Ζωγραφίζω εστιάζοντας στον αέρα που περιβάλλει τα πράγματα ως πυκνότητα διαφάνεια ή και βαρύτητα με στόχος την συγκίνηση που απορρέει από αυτό.
Και τι σας ενώνει συναισθηματικά με το αστικό τοπίο της Αθήνας;
Η Αθήνα είναι η πόλη την οποία διάλεξα για να πολιτογραφηθώ ως πολίτης της. Είναι μία από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου και αισθάνομαι πολύ τυχερός που μπορώ να ζω εδώ. Δεν είχα ποτέ ισχυρές ρίζες με έναν τόπο δεν είχα ποτέ ένα πατρικό σπίτι διότι είμαι γιος στρατιωτικού που είχε συχνές μεταθέσεις. Η Αθήνα με κέντρο της την Ακρόπολη είναι το δικό μου προσωπικό κέντρο το δικό μου σημείο αναφοράς.
Τι σας συνδέει με το Μεταξουργείο, πόσο καιρό βρίσκεται εκεί το εργαστήριό σας; Διαλέξατε τον χώρο ή σας διάλεξε;
Αισθανόμουν πάντα ότι τίποτα δε γίνεται τυχαία. Στο Μεταξουργείο βρέθηκα από την ανάγκη μου να έχω ένα εργαστήριο το οποίο θα μπορούσε να στεγάζει εμένα και τις ανάγκες μου ως νεαρό καλλιτέχνη φοιτητή της σχολής καλών τεχνών. Εννοώ τα έργα, τα υλικά μου και ένα χώρο που θα μπορούσε να λειτουργεί σαν σπιτι. Στα μέσα της δεκαετίας του 80 το Μεταξουργείο ήταν υποβαθμισμένη περιοχή όμως με μια ατμόσφαιρα και ένα χρώμα Χατζιδακικό θα έλεγα και φυσικά με ένα ενοίκιο που μπορούσα να αντέξω. Όταν βρέθηκα μέσα στο σπίτι αυτό το οποίο ήταν το πατρικό του ποιητή Σταύρου Βαβούρη, ένα νεοκλασικό διατηρητέο με αν υπέροχο φως ιδανικό για τις μελέτες μου στη ζωγραφική αισθάνθηκα ότι ήταν η γωνιά που αναζητούσα πάντοτε στη ζωή μου.
Είναι ησυχαστήριο ο τόπος που δημιουργείτε τα έργα σας, άβατο ή χώρος συνάντησης και ανταλλαγής απόψεων;
Το εργαστήριο μου ήταν και είναι τα πάντα για μένα. Είναι το σημείο αναφοράς μου. Για πολλά χρόνια φοιτητής στην σχολή Καλών Τεχνών , οι συναντήσεις με τους συμφοιτητές μου οι συζητήσεις περί τέχνης με μουσικές του Χατζιδάκι και περίπατοι στην Ακρόπολη αργά τη νύχτα ξεκίναγαν και τελείωναν στο εργαστήριο αυτό. Αργότερα μετατράπηκε σε χώρο συγκέντρωσης και περισυλλογής. Οι πιο πολλοί φίλοι μου πάντοτε έρχονται είτε για να μιλήσουμε είτε για να γίνουν θέμα στα έργα μου, Όπως και να έχει το συγκεκριμένο εργαστήριο είναι ένας ιδιωτικός χώρος που ορίζει και την «ιδιωτική μου Οδό».
Το «κλεινόν άστυ» ποια θέση έχει στην προσωπική σας μυθολογία; Δίνετε πολύ χώρο στον ουρανό στα έργα σας και σχεδόν καθόλου στα ανθρώπινα πλάσματα. Τι κρύβει (και τι αποκαλύπτει) αυτή η επιλογή;
Ως παιδί της επαρχίας πάντοτε επιθυμούσα ένα αστικό περιβάλλον και μια αστική παιδεία, αυτό απέκτησε ένα κεντρικό ρόλο στην προσωπική μου μυθολογία. Η καταγωγή και οι καταβολές μου που με καθόριζαν και καθορίζουν την αφήγηση μου στα έργα μου είναι λαϊκές. Ο τρόπος που διαπαιδαγωγήθηκα θα μπορούσα να πω ότι καθόρισε και μου επέβαλε ένα είδος λαϊκής αριστοκρατίας το οποίο χαρακτηρίζει την προσωπική μου μυθολογία. Έχω αφιερώσει πάρα πολύ χρόνο στη ζωή μου προσπαθώντας να κατανοήσω και να ερμηνεύσω την ανθρώπινη φύση μέσα από τα έργα μου. Ο Μάνος Χατζιδάκις έλεγε ότι η τέχνη θα ασχολείται πάντοτε με τα τρία πιο σημαντικά την ζωή τον έρωτα και το θάνατο. Στις δύο τελευταίες μου εκθέσεις «Άνω Σχώμεν» και « In Medias Res» μετά από συγκεκριμένα βιώματα όπου η αίσθηση της απώλειας ως αγωνία και έμπνευση παίζει κυρίαρχο ρόλο, θα μπορούσα να πω ότι η αναζήτηση μου στράφηκε στο επίπεδο του επέκεινα.
Τα έργα σας αποθεώνουν το φως στην πιο όμορφη ώρα της μέρας, το λυκόφως, ώρα παραδοσιακά συνδεδεμένη με τον ρομαντισμό, αλλά και το μεταφυσικό. Τι θέση είχε αυτή η ώρα στη ζωή σας από τα παιδικά σας χρόνια μέχρι σήμερα;
Από παιδί, η ώρα όπου η μέρα τελειώνει με έβαζε σε περισυλλογή για το πόσο καλή, ευχάριστη ή άσχημη ήταν αυτή που μόλις είχε τελειώσει. Η αγωνία του σχολείου, η καθημερινότητα με τις υποχρεώσεις σαν ένας αυτόματος μηχανισμός στο μυαλό μου και μια μεγάλη απόσταση που έπρεπε να διανύσω για το σχολείο με τα πόδια στην επαρχία, τα καλοκαίρια που μεγάλωνα με τη γιαγιά μου της οποίας η αφηγήσεις δίπλα στα ανθρώπινα και τις αποφάσεις τους έθετε πάντοτε και τις παρεμβολές των νεράιδων και των ξωτικών σίγουρα ευθύνονται για την διάθεση με την οποία προσεγγίζω την ώρα που νυχτώνει. Για μένα είναι η πιο δημιουργική ώρα. Σαν στάση ζωής επιδιώκω να τελειώνω την μέρα μου μια μια θετική σκέψη για να αισθάνομαι ότι είναι μια κερδισμένη μέρα και ένα μοναδικό δώρο του θεού.
Το φως και το σκοτάδι είναι τα πιο αρχέγονα χαρακτηριστικά όλων των θρησκειών του κόσμου. Ποια είναι η δική σας θρησκεία; Η τέχνη, ίσως;
Το φως και η σκιά με την ευρύτερη έννοια είναι τα χαρακτηριστικά όχι μόνο των θρησκειών αλλά και της τέχνης και συγκεκριμένα του αλφαβήτου της ζωγραφικής όπως και της ανθρώπινης ψυχής. Η τέχνη θα προσπαθεί πάντα να απαντήσει στο πανανθρώπινο ερώτημα «πώς και γιατί βρεθήκαμε σ’ αυτό τον κόσμο». Όπως όλες οι φιλοσοφίες των θρησκειών άλλωστε. Για μένα η ζωγραφική ή μάλλον η διαδικασία της ζωγραφικής και όχι το αποτέλεσμα ήταν ο κανόνας για να βελτιωθώ πρώτα ως άνθρωπος ελπίζοντας ότι έτσι ίσως γίνω και καλύτερος ζωγράφος.
Το μεταφυσικό είναι ένα στοιχείο που ενώ δεν αποτυπώνεται νατουραλιστικά, μπορεί να ελλοχεύει στις άκρες ενός πίνακα που αποτυπώνει τον ουρανό πάνω από μία πόλη λίγο πριν χαθεί το φως. Συμβαίνει αυτό στα έργα σας;
Ενώ στην επιστήμη η ανθρώπινη γνώση του κόσμου προχωράει ανεβαίνοντας μια κλίμακα όπου νέες γνώσεις αντικαθιστούν τις παλιές και πολύ συχνά η μία ανακάλυψη αναιρείται από την επόμενη, στην περίπτωση της τέχνης ο άνθρωπος κατακτά την πραγματικότητα μέσα από την υποκειμενική του εμπειρία. Η καλλιτεχνική ανακάλυψη παρουσιάζεται κάθε φορά σαν μια νέα και μοναδική εικόνα του κόσμου. Οι καλλιτέχνες μέσω της τέχνης τους έδωσαν κατά καιρούς εικόνες του κόσμου και της πραγματικότητας σύμφωνα με τις δικές τους κλείσεις και κοσμοαντιλήψεις. Το έργο Τέχνης είναι ο καθρέφτης όπου ο θεατής θα αναπτύξει διάλογο όχι μόνο με τον καλλιτέχνη αλλά κυρίως με τον εαυτό του.
Σας έχει αλλάξει η ζωγραφική; Είστε ο ίδιος άνθρωπος με αυτόν που έπιασε για πρώτη φορά πινέλο;
Για μένα η ζωγραφική ήταν πάντα ο “κανόνας” μου για να γίνω καλύτερος άνθρωπος. Πρώτα απ’ όλα ασκήθηκα στη μοναξιά του εργαστηρίου η οποία είναι πολύ μεγάλη. Υπάρχουν φορές που για μέρες δεν βγαίνω από το εργαστήριο. Έμαθα να μην παράγω θόρυβο. Να παρατηρώ και να οργανώνω την σκέψη μου. Με τη συνεχή αναμέτρηση με τον εαυτό μου πέρασα από την αμφιβολία στην αμφισβήτηση και έμαθα να γίνομαι γενναίος και να τολμώ να θυσιάζω, αλλά περισσότερο συμφιλιώθηκα με την ιδέα του αποχωρισμού.( Όταν μετά από πολύ κόπο σε ένα έργο έχω ζωγραφίσει δύο ισάξια στοιχεία και πρέπει να σβήσω το ένα για χάρη του έργου και ειδικά όταν το έργο παριστά ένα αγαπημένο πρόσωπο αλλά πρέπει να το αποχωριστώ τότε μοιραία συμφιλιώνομαι με την ιδέα ότι τίποτα δεν μας ανήκει ολοκληρωτικά ). Για μένα η ζωγραφική ήταν μια συνομιλία με το παρελθόν για να κατανοήσω το παρόν και να ελπίσω στο μέλλον ήταν και είναι ένας τρόπος ζωής και ένας κανόνας αυτοβελτίωσης.
Με τι χρώματα, σχήματα και υλικά συνδέεται το θηλυκό στοιχείο, στην τέχνη σας και στη ζωή;
Από την αρχή του κόσμου και του πολιτισμού η γυναίκα αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες. Το θηλυκό άλλοτε ως ιερό και άλλοτε ως εκπρόσωπος του κακού λατρεύτηκε και αντίστοιχα κυνηγήθηκε και κακοποιήθηκε στην ιστορία του ανθρώπου. Είτε από τη μία πλευρά είτε από την άλλη στις διαδρομές της ιστορίας συνδέθηκε με αριστουργήματα του λόγου και της εικόνας τόσο ώστε η ιστορία του έρωτα να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ελευθερία της γυναίκας. Δεν υπάρχει καλλιτέχνης που να μην έχει εμπλακεί με το έργο του στην προσπάθεια να κατανοήσει αυτή την δυναμική της ύπαρξης του θηλυκού στον κόσμο. Από την έννοια της μητρότητας έως την έννοια του έρωτα και της ζωής από την έννοια της αγιοσύνης της υπομονής και της συχώρεσης έως το εωσφορικό τέλος της κόλασης χιλιόμετρα λογοτεχνικού και όχι μόνο λόγου καθώς και ποσότητα χρωμάτων αφιερώθηκαν σ’ αυτό που αποτελεί το μισό της ολοκλήρωσης κάθε ανθρώπου. Δεν νομίζω ότι μπορεί να αμφισβητηθεί η δύναμη του θηλυκού σε οποιαδήποτε διάσταση. Όμως θα πρέπει να αναρωτηθούμε στην εποχή μας που είναι απλοϊκή συνοπτική και άξεστη αφού ενδώσαμε στην ειδωλολατρία των ιδεολογικών συστημάτων και ο αιώνας μας χαρακτηρίζεται από την λατρεία των αντικειμένων, τι θέση έχει το θηλυκό και ο έρωτας σε αυτόν τον κόσμο.
Ποιο είναι το ταξίδι που μισοκρύβεται στις εικόνες αυτής της έκθεσης;
Είναι ένα προσωπικό ταξίδι το οποίο ξεκίνησε από μια ανειλημμένη υποχρέωση και μια υπόσχεση που δεν τήρησα. Ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε με εντελώς διαφορετικές προσδοκίες και μέσα από μια σειρά συμπτώσεων, οδηγήθηκα σε εκείνη την διάσταση όπου το «όλα η τίποτα» μπορεί να λειτουργεί θεραπευτικά σαν λύτρωση.
Νιώθει κανείς πως ο δημιουργός των έργων κάτι ξορκίζει μέσα από αυτά. Ίσως να οφείλεται στους τίτλους των έργων, που είναι άλλοτε αινιγματικοί και άλλοτε γεωγραφικοί.
Προσπαθώ να ξορκίσω το φόβο και τις αγωνίες μου αλλά πρωτίστως να ερμηνεύσω με εικόνες τις ψυχολογικές διαδικασίες που πρέπει κανείς να περάσει, μέχρι να αποδεχθεί την πρόκληση του ότι «τίποτα δεν είναι τυχαίο» και ότι μέσα από τις αποφάσεις της καθημερινής μας ζωής, τίποτα δε μας ανήκει.
Ποια η θέση των τοπωνυμίων στα οποία αναφέρεστε στην προσωπική σας μυθολογία;
Είναι τα ονόματα τόπων που επισκέφτηκα. Τόπων που διεγείρουν πάντα την φαντασία μου για το τι είναι αλήθεια και τι όχι. Όμως όλοι γνωρίζουμε ότι η αλήθεια είναι πάντοτε μία και δική μας, αρκεί να είμαστε αποφασισμένοι να σταθούμε με θάρρος μπροστά της και να την αποδεχτούμε όποιο και αν είναι το τίμημα.