Η ιδέα γεννήθηκε σε μία τουαλέτα των Starbucks. Η υπεύθυνη Δημοσίων Σχέσεων Οντρεϊ Γκέλμαν, 28 χρόνων τότε, είχε κουραστεί να μπαινοβγαίνει σε μίτινγκ ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και την Ουάσινγκτον, να φορτίζει το κινητό της στα λόμπι των ξενοδοχείων και να φρεσκάρει το μακιγιάζ της στο ασανσέρ. Ονειρεύτηκε έναν χώρο ανασυγκρότησης μόνο για γυναίκες, ένα κλειστό κλαμπ που θα ονομαζόταν «Refresh» και θα έδινε τη δυνατότητα να κάνεις μαλλί και ν’ απαντήσεις στα email σου με την ησυχία σου. Το 2016 μοιράστηκε την έμπνευσή της με την επίσης 28χρονη Λόρεν Κάσαν, διευθύντρια της start-up για κρατήσεις μαθημάτων σε γυμναστήρια ClassPass. Η τοποθεσία βρέθηκε σ’ ένα ρετιρέ στο Μανχάταν, σε μία περιοχή γνωστή ως Ladies’ Mile, καθώς εκεί στις αρχές του 20ού αιώνα οι γυναίκες μπορούσαν για πρώτη φορά να πάνε για ψώνια ασυνόδευτες.
Οταν το κλαμπ «The Wing» άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του, τον Οκτώβριο του 2016, οι δημιουργοί του το περιέγραφαν ως μία «γυναικεία ουτοπία». Ή σαν ένα κοινωνικό πείραμα για το πώς θα ήταν ο κόσμος αν είχε σχεδιαστεί μόνο για γυναίκες ή τουλάχιστον για επιτυχημένες επαγγελματίες με αισθητική Instagram. Ροζ εσωτερικοί χώροι γεμάτοι καμπύλες, θερμοκρασία σταθερή στους 22 βαθμούς γιατί οι γυναίκες κρυώνουν περισσότερο και δεν φορούν κοστούμια με γραβάτα, βιβλιοθήκες οργανωμένες ανά χρώμα με έργα μόνο από συγγραφείς θηλυκού γένους, ατομικοί τηλεφωνικοί θάλαμοι και μία πτέρυγα φύλαξης για τα παιδιά των μελών. Στο εστιατόριο σερβίρονταν, εκτός από μπολ πρωτεΐνης και μπισκότα χωρίς γλουτένη, κρασιά μόνο από γυναίκες οινοποιούς. Η συνδρομή κόστιζε 3.000 δολάρια το χρόνο και η λίστα αναμονής είχε σταθερά 9.000 ονόματα. Σύντομα άνοιξαν «The Wing» και σε άλλες πόλεις της Αμερικής, αλλά και στο Λονδίνο.
Στους χώρους του κλαμπ η Χίλαρι Κλίντον γιόρτασε τις πρώτες νίκες της, η Τζένιφερ Λόπεζ παρουσίασε τη δική της σειρά περιποίησης της επιδερμίδας, κλείστηκαν επαγγελματικές συμφωνίες και γεννήθηκαν φιλίες. Και ενώ αρχικά η ιδέα του κλαμπ είχε προκύψει την εποχή των μεγάλων προσδοκιών για μία γυναικεία προεδρία, τελικά απέκτησε τον χαρακτήρα μιας κοινωνικής αποστολής. Καθώς οι αξίες του Τραμπ επικρατούσαν στον Λευκό Οίκο και στη χώρα, η ύπαρξη μιας τέτοιας κοινότητας δεν ήταν πια πολυτέλεια, αλλά ζωτική ανάγκη. Τα μέλη που εγγράφηκαν για να γλιτώσουν τις δημόσιες τουαλέτες, τώρα κατέφευγαν εδώ για να ξεφύγουν από την άκρατη πατριαρχία της νέας τάξης πραγμάτων. Η απουσία ανδρών και η παροχή ανέσεων ήταν σαν βάλσαμο στις πληγές τους.
Το βράδυ της 31ης Αυγούστου 2022 τα μέλη του «The Wing» έλαβαν ένα mail που εξηγούσε ότι εξαιτίας των επιπτώσεων της πανδημίας στους χώρους κοινωνικής συναναστροφής η επιχείρηση ήταν αναγκασμένη να κλείσει. Η εταιρεία είχε αλλάξει ήδη πολλά χέρια, υπήρξε κακοδιαχείριση στα υπέρογκα κέρδη της, πολλές καταγγελίες, και οι αριθμοί δεν έβγαιναν. Ηταν τελικά μία γυναικεία ουτοπία όπως είχε διαφημιστεί από την αρχή; Πολύ καλό για να είναι αληθινό; Είναι αλήθεια ότι η άνθησή της ικανοποίησε την ανάγκη των γυναικών να βρουν τη δική τους θέση μέσα στις οικονομικές και πολιτικές ζυμώσεις της κοινωνίας. Ομως, ακόμα και στις λέσχες επαγγελματικής και κοινωνικής δικτύωσης που αποκλείουν τους άνδρες, η εξουσία εξακολουθεί να ασκείται με πατριαρχικό τρόπο.
Και ενώ το «The Wing» αυτοπροβαλλόταν ως εργασιακός παράδεισος με ποσόστωση 40% των στελεχών να είναι υποχρεωτικά έγχρωμες, το συννεφάκι ξεφούσκωσε. Ως «ένα ροζ μπαλκόνι στον ουρανό» το είδε αρχικά η Ρέιτσελ Κάρτερ, που εργάστηκε εκεί στη θέση της σεφ, όμως αργότερα κατάλαβε ότι η ουτοπία που έχτιζαν εκείνη και οι συνεργάτιδές της για να ενδυναμώσουν ένα πολύ συγκεκριμένο είδος γυναίκας δεν αφορούσε τις ίδιες, αλλά τις πελάτισσες. «Ο φεμινισμός ήταν η βιτρίνα», λέει η Κάρτερ. «Η εταιρεία λειτουργούσε όπως κάθε επιχείρηση που θέλει να βγάλει χρήματα» και έκανε περικοπές απολύοντας υπαλλήλους χωρίς αποζημίωση, την ίδια στιγμή που ανακοίνωνε στο Instagram δωρεά 200.000 δολαρίων για τους σκοπούς του Black Lives Matter. Ακόμα και οι έγχρωμες που προσλαμβάνονταν με ποσόστωση τοποθετούνταν στις κατώτερες θέσεις. «Σε μία δεξίωση κοίταξα γύρω μου και συνειδητοποίησα ότι οι μόνοι μαύροι στην αίθουσα ήταν οι σερβιτόροι», διηγείται αργότερα μία υπάλληλος.
Δεν θα μπορούσε να είναι φιλανθρωπικός οργανισμός, ούτε αδελφότητα με αλτρουιστικά ιδεώδη. Πάνω στο σύνθημα «ενδυναμώνουμε τις γυναίκες μέσα από την κοινότητα», η εταιρεία έχτιζε δεσμούς με μεγάλα ονόματα όπως American Express, Land Rover και Amazon Prime που πλήρωναν για να δεθούν στο φεμινιστικό της άρμα. Χρηματοδοτούμενες εκδηλώσεις, κατευθυνόμενο περιεχόμενο στα social media, διαφημίσεις και πωλήσεις από τα μισά μέλη προς τα άλλα μισά. Η δικτύωση κάτω από την ομπρέλα του φεμινισμού έχει πολλά χρήματα και αυτός είναι σίγουρα ένας λόγος που οι προσπάθειες συνεχίζονται.
Τη μοναξιά των υψηλόβαθμων στελεχών ήρθε το 2019 να καλύψει το «Chief», ένα ιντερνετικό κλαμπ που προάγει το αίσθημα της συντροφικότητας. Με συνδρομή 5.800 δολάρια το χρόνο εξασφαλίζει διασύνδεση με γυναίκες σε θέσεις ισχύος, coaching σε θέματα ηγεσίας, συναντήσεις διά ζώσης, ζωντανές συζητήσεις με διάσημους ομιλητές όπως η Μισέλ Ομπάμα. Σήμερα αριθμεί 20.000 μέλη, η αξία του είναι πάνω ένα δισ. δολάρια, όμως πληθαίνουν οι κατηγορίες για διακρίσεις και λευκό φεμινισμό.
Η μοναξιά των στελεχών
Τι είναι αυτό που κάνει 900 γυναίκες κάθε μήνα να γράφονται στο «Chief», τη λίστα αναμονής να ξεπερνάει τα 60.000 ονόματα και τις εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης να γιγαντώνονται;
Φαίνεται πως η κλίμακα της εταιρικής επιτυχίας είναι πολύ πιο μοναχική για τις γυναίκες απ’ ό,τι για τους άνδρες γιατί εκείνοι μπορούν εύκολα να βρουν έναν συνοδοιπόρο στη διπλανή πόρτα, ενώ εκείνες θα πρέπει να ψάξουν πολύ για να συμπορευτούν με μία επαγγελματία στην ίδια βαθμίδα. Γι’ αυτό και θεωρητικά το «Chief» ακούγεται σαν μια όαση για όσες το έχουν ανάγκη, περίπου όπως και το «The Wing» πριν από λίγα χρόνια. Μόνο που, όπως γράφει το περιοδικό «Fortune», το σημερινό κλαμπ είναι πολύ μεγαλύτερο και παραγωγικότερο από τον νεοϋορκέζικο προκάτοχό του. Γι’ αυτό και οι κατηγορίες που του προσάπτουν τώρα είναι πιο ηχηρές και, αυτή τη φορά, παγκοσμιοποιημένες. Το κλαμπ τώρα δεν βρίσκεται σε ένα ρετιρέ στο Μανχάταν, αλλά στο κινητό των στελεχών επιπέδου C ανά τον κόσμο.
Με την ευκαιρία μαθαίνουμε και τι είναι το επίπεδο C, αυτή η προϋπόθεση που σου ζητάει όταν κάνεις αίτηση μέλους στην πλατφόρμα. Το C έρχεται από τη λέξη chief και δείχνει ότι είσαι διευθύντρια ενός τμήματος, π.χ. οικονομικών ή μάρκετινγκ μιας εταιρείας. Ωστόσο, τώρα εμφανίζονται καταγγελίες από έγχρωμες υποψήφιες που υποστηρίζουν ότι, αν και είχαν τα τυπικά προσόντα, οι αιτήσεις τους απορρίφθηκαν.
Αλλες λένε ότι βίωσαν πλήρες γκόστινγκ και σιωπηρή εξαφάνιση μετά την αίτηση. Αλλες, πάλι, που τα κατάφεραν λένε ότι η αποδοχή από την ομάδα δεν αξίζει τον κόπο, ειδικά για όσες δεν είναι λευκές. Οι δύο δημιουργοί του κλαμπ, Κάρολιν Τσάιλντερς και Λίντσεϊ Κάπλαν, μιλούν στο «Forbes» για παρεξήγηση. «Μελετάμε όλες τις αντιδράσεις των μελών της κοινότητας και παρέχουμε το φόρουμ για να γίνει δημόσια συζήτηση. Το σίγουρο είναι ότι υπάρχει πάντα περιθώριο βελτίωσης».
Επίσης, το σίγουρο είναι ότι υπάρχει πάντα περιθώριο, ή καλύτερα κενό, στην αγορά για τις επιχειρήσεις που υπόσχονται μία κοινότητα με αδελφοσύνη και φεμινιστικές αξίες, όπως το «The Wing» τότε και το «Chief» τώρα, στα στελέχη του φύλου μας. Φορτωμένες με την υποχρέωση να αποδεικνύουν καθημερινά πως μπορούν να κάνουν ό,τι και ένας άνδρας, πέρα από τις ήδη βαριές ευθύνες της επιπέδου C θέσης τους, οι εργαζόμενες δεν έχουν ουσιαστικά καμία στήριξη. Ενώ για τους άνδρες στήνεται ένα οικογενειακό περιβάλλον και μία κοινότητα που πιστεύει σ’ αυτούς και τους ενδυναμώνει, για τις γυναίκες διαμορφώνεται ένα οικογενειακό περιβάλλον που τις φορτώνει ενοχές για όσα δεν πρόλαβαν και απαιτήσεις για όσα πρέπει άμεσα να δώσουν. Οχι στήριξη, αλλά ούτε καν κατανόηση μπορεί να μη βρουν στο σπίτι τους. Και πολύ περισσότερο αποδοχή, σωστές συμβουλές, coaching, ένα «πιστεύω σε σένα, θα τα καταφέρεις».
Από τη στιγμή λοιπόν που κανένα κοινωνικό πλαίσιο δεν μπορεί να παρέχει αυτό το υπόβαθρο, οι γυναίκες είναι καταδικασμένες να αναζητούν τα κίνητρα, τη δύναμη και τον τρόπο μέσα τους. Και καμιά φορά στην κοινότητα ενός κλαμπ με ομοϊδεάτισσες.