Η απάντηση θα ήταν αυτονόητα καταφατική αν την έκανε κάποιος στον αυτάρεσκο εαυτό μας των 20 ετών, όταν το ψώνιο της νεότητας δεν σου επιτρέπει να δεις ότι υπάρχει ζωή και πέρα από τη μύτη σου και νομίζεις ότι οι μεγάλοι άνθρωποι, εκτός από το ότι είναι αόρατοι, είναι ντυμένοι με ομοιόμορφα καφέ τσουβάλια, οπότε μάλλον δεν τους νοιάζει καθόλου η μόδα. Όπως όλα τα πράγματα που αλλιώς τα βλέπεις όταν τοποθετούνται στο μακρινό μέλλον και αλλιώς όταν περνούν από τη θεωρία στην πράξη, δεν είναι ακριβώς έτσι.
Ξεκινώντας από την παραδοχή ότι το να νοιάζεσαι για την εμφάνισή σου και το να σε ενδιαφέρει η μόδα είναι δυο τελείως διαφορετικά πράγματα, είναι μάλλον ασφαλές να συμπεράνουμε ότι δεν υπάρχει συλλογική στάση σε αυτά τα ζητήματα, διότι αφορούν ανθρώπους και όχι κοπάδια που υπακούν προσταγές, είτε αυτές είναι της μόδας είτε της αστυνομίας της ηλικίας που λέει τι επιτρέπεται να κάνεις και τι όχι αλλιώς θα γελάει ο κόσμος.
Οι άνω των 40, ας πούμε, πολύ αγαπημένο γκρουπ-στόχος όσων γράφουν τα άρθρα για το τι δεν κάνει να φοράς, δεν είναι μια ομάδα ανθρώπων με κάτι κοινό πέρα από την ηλικία, που στην πραγματικότητα, δεν λέει απολύτως τίποτα. Η ηλικία δεν δημιουργεί συγγένειες εκεί που δεν υπάρχουν, αν και κάποια πράγματα γίνονται διαφορετικά όσο περνούν τα χρόνια, με την επικοινωνία να είναι ένα από αυτά. Και η μόδα είναι μια μορφή επικοινωνίας και έκφρασης που τη γλώσσα της δεν μπορείς και δεν θες πάντα να μιλάς με την τρέχουσα σλανγκ. Όχι οπωσδήποτε επειδή υπάρχουν οι γνωστοί «κανόνες»: οι ένα βήμα πριν τα 50 να μη φορούν μεγάλα logo, σκισμένα τζιν, δερμάτινα παντελόνια, σορτς, μίνι, στάμπες συγκροτημάτων, και ό,τι άλλο μοιάζει εξοργιστικά νεανικό στη μυστική επιτροπή ειδικών που δημιουργεί αυτές τις λίστες στιλιστικής ενηλικίωσης. Όχι, οι κανόνες προφανώς έχουν και εξαιρέσεις και το ερώτημα είναι αν χάνουμε το ενδιαφέρον μας για τη μόδα, όχι αν συμμορφωνόμαστε με τις γενικές οδηγίες για να αποφύγουμε το ρεζιλίκι. Μία και μοναδική απάντηση δεν υπάρχει φυσικά.
Αυτό που ισχύει για τις περισσότερες γυναίκες είναι ότι αλλάζει ο τρόπος που ακολουθούμε τη μόδα – αν όλη σου τη ζωή σε αφορά σε κάποιον βαθμό, δεν το ξεχνάς μόλις πατήσεις τα 40 για να αρχίσεις να φοράς ζακετάκια και παπούτσια από το φαρμακείο. Ωστόσο τα περαστικά trends αρχίζουν να μας νοιάζουν λιγότερο – κι αυτή είναι μια πραγματικότητα που γνωρίζουν και εκείνοι που ορίζουν τα trends γι’ αυτό και απευθύνονται σε άλλες ηλικίες. Μεγαλώνοντας, δεν σε ενδιαφέρει το κραγιόν που λανσάρει η Κάιλι Τζένερ, ενδεχομένως δεν σου αρέσει καν η Κάιλι Τζένερ, οπότε δεν θέλεις να μιμηθείς καθόλου την Κάιλι Τζένερ. Δεν ακολουθείς ευλαβικά τα social media των it κοριτσιών γιατί πιθανότατα έχεις κάτι καλύτερο να κάνεις με το χρόνο σου, όπως να μετρήσεις τις λάμπες του σπιτιού σου και είναι μάλλον δύσκολο να θελήσεις να ψάξεις να βρεις ακριβώς τι τσάντα κρατά η καθεμία στο Instagram της για να την αποκτήσεις σε ένα μάταιο quest πολύ αμφίβολης επιβεβαίωσης.
«Μεγαλώνοντας, δεν ακολουθείς ευλαβικά τα social media των it κοριτσιών γιατί πιθανότατα έχεις κάτι καλύτερο να κάνεις με το χρόνο σου».
Αν δεχτούμε ότι τα χρόνια, εκτός από βάρος, είναι και δώρο, θεωρητικά μας δίνουν και κάποια σοφία, του είδους που μας επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε πόσο ανούσιο είναι το να ξεπατικώνεις με μανία το στυλ των άλλων, όταν μπορείς να έχεις το δικό σου. Επίσης, ωριμάζοντας, αναγνωρίζεις πιο εύκολα ποιες τάσεις σού λένε κάτι και ποιες είναι απλά γελοία εμπορικά κατασκευάσματα, και είναι λιγότερο πιθανό να φορέσεις crocs με τακούνι (ή χωρίς), κρίκο στη μύτη, λαχανί ποδηλατικό κολάν και γούνινες παντόφλες, χωρίς να σε απειλεί κάποιος με περίστροφο στον κρόταφο. Μόδες που συγχωρούνται σε νέα παιδιά, ενδεχομένως θα μετανιώσουν στο μέλλον και το delete στις φωτογραφίες θα πάρει φωτιά, σε κάποιες άλλες ηλικίες είναι απλώς κωμικές και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, ευτυχώς, ξέρουμε καλύτερα. Αν αυτό σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε τις τάσεις μεγαλώνοντας, ας είναι.
Όχι τυχαία, η αίσθηση που έχουμε για το τι είναι σέξι και τι φτηνό ή δεύτερο αλλάζει με τα χρόνια και η πρόκληση παύει να είναι μονόδρομος, όπως συμβαίνει συχνά όταν είσαι πιτσιρίκα και ετοιμάζεσαι να υποδεχτείς το νέο έτος σαν να πρόκειται να υποδεχτείς τον 6ο Στόλο ή να πας σε κλαμπ ντυμένη λες και η δουλειά σου είναι να χορεύεις πάνω στο ηχείο. Από το να αποπνέεις ανελέητο sexyness αρχίζει να σε ενδιαφέρει περισσότερο να αποπνέεις αυτοπεποίθηση και στυλ – και μαθαίνεις συχνά με πικρή πείρα ότι αυτό που επικοινωνείς με τα ρούχα σου είναι η αισθητική σου, τουλάχιστον στα μάτια των άλλων με ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται ότι έλκεται προς το μέρος σου. Στη μέση μπαίνει και ο ρόλος της επαγγελματικής σου ζωής, που αν δεν είσαι, π.χ., η Μadonna, σε υποχρεώνει να μην κυκλοφορείς σαν καρνάβαλος, αλλά ούτε σαν να ντύθηκες στο σκοτάδι, και γίνεται κατανοητό το γιατί όσο μεγαλώνουμε νοιαζόμαστε όλο και λιγότερο για τα εφήμερα trends, που δεν είναι η μόδα αυτή καθαυτή.
Τέλος, όσο περνούν τα χρόνια, εκτιμούμε όλο και περισσότερο την αξία τού να νιώθουμε άνετα σε αυτό που φοράμε και είναι όλο και πιο απίθανο να θέλουμε να περάσουμε ώρες μέσα σε μια φούστα που μας επιτρέπει δρασκελισμό 7 εκατοστά μάξιμουμ ή να βγάλουμε όλη τη μέρα με στιλέτο που θα ήταν πιο άνετα αν ήταν φτιαγμένα από καυτή λάβα. Για τα πιτσιρίκια μπορεί να φαίνεται σαν παραίτηση από την ταχύτητα της μόδας αυτή η αποδέσμευση από την τυφλή υποταγή στα trends. Είναι θέμα χρόνου να καταλάβουν με τη σειρά τους ότι μεγαλώνοντας μάλλον κατανοούμε και φέρνουμε τη μόδα στα μέτρα μας – και στο sur mesure οι τάσεις δεν ήταν ποτέ ευαγγέλιο.