Από τον Λευτέρη Τρίγκα
Βρισκόμαστε στο τέλος μιας ακόμη χρονιάς, όπου προσπαθούσαμε να δημιουργήσουμε μια βιομηχανία μόδας, που δεν κατατρώει τον πλανήτη και τον εαυτό της. Η ιδέα της εξασφάλισης ενός κλίματος στο οποίο μπορούν πραγματικά να ζουν όλα τα όντα του πλανήτη μας και ενός κόσμου καθαρού, χωρίς άλλες φωτογραφίες του National Geographic με βουνά από πεταμένα ρούχα φαίνεται απολύτως λογική, αλλά η μάχη μοιάζει να χάθηκε ανάμεσα σε δύο παρανομαστές το κέρδος και τον λόγο.
Ποιός φταίει;
Η βιομηχανία της μόδας αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό μέρος των οικονομιών μας, με καθαρή αξία άνω των 2,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ και απασχολώντας πάνω από 75 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Ο κλάδος γνώρισε θεαματική ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς η παραγωγή ρούχων διπλασιάστηκε μεταξύ 2000 και 2014. Ενώ οι άνθρωποι αγόρασαν 60% περισσότερα ρούχα το 2014 από ό,τι το 2000, ο μέσος όρος ζωής των ρούχων έπεσε στο ήμισυ σύμφωνα με έρευνα της McKinsey & Company, του 2016.
Η παραγωγή μόδας αποτελεί το 10% των εκπομπών άνθρακα της ανθρωπότητας, στεγνώνει τις πηγές νερού και μολύνει ποτάμια και ρυάκια. Επιπλέον, το 85% όλων των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων πηγαίνουν στη χωματερή κάθε χρόνο (UNECE, 2018) και το πλύσιμο ορισμένων ειδών ρούχων στέλνει σημαντική ποσότητα μικροπλαστικών στον ωκεανό. Η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της μόδας στο κλίμα πρέπει να ξεκινήσει από τα πλουσιότερα έθνη και τους πλουσιότερους καταναλωτές. Η κατανάλωση μόδας είναι εξαιρετικά άνιση τόσο μεταξύ όσο και εντός των χωρών, και οι εκπομπές άνθρακα που σχετίζονται με τη μόδα των πλουσιότερων πολιτών της G20 ήταν 10 φορές υψηλότερες από αυτές των ομάδων με το χαμηλότερο εισόδημα της G20. Νεα έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το αποτύπωμα άνθρακα της κατανάλωσης μόδας μεταξύ των χωρών της G20 πρέπει να μειωθεί κατά μέσο όρο κατά 60% έως το 2030 και κατά 40% για τα έθνη ανώτερου μεσαίου εισοδήματος όπως η Βραζιλία και η Νότια Αφρική. Eν τω μεταξύ, το μέσο αποτύπωμα άνθρακα της κατανάλωσης μόδας σε χώρες όπως η Ινδία και η Ινδονησία, είναι προς το παρόν κάτω από το όριο του 1,5°C.
Ομως δεν υποφέρουν μόνο τα δάση. Η «γρήγορη μόδα» έχει επίσης ανθρώπινο κόστος: οι εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας, κυρίως οι γυναίκες στις αναπτυσσόμενες χώρες, αμείβονται συχνά με απειλές ή ψίχουλα και αναγκάζονται να εργάζονται πολλές ώρες σε φρικτές συνθήκες (UNEP, 2018; WRI, 2019). Σε πολλά μέρη, αυτές οι συνθήκες δημιουργούν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η χρήση χημικών στην παραγωγή ρούχων εγείρει επίσης σοβαρές ανησυχίες για την υγεία, τόσο για τους εργαζόμενους στη βιομηχανία όσο και για τους καταναλωτές. Ο ακριβής αρνητικός περιβαλλοντικός αντίκτυπος της βιομηχανίας της μόδας παραμένει άγνωστος, αλλά είναι μεγάλος. H πολυεπίπεδη αλυσίδα εφοδιασμού παραμένει περίπλοκη και αδιαφανής. Χάρη στην απελευθέρωση του εμπορίου, την παγκοσμιοποίηση και τις διαρκείς πιέσεις κόστους, πολύ λίγες μάρκες κατέχουν τα περιουσιακά στοιχεία των εργοστασίων τους και οι περισσότερες εταιρείες αναθέτουν σε τρίτους την τελική παραγωγή.
«Υπάρχουν ακόμη πολύ, πολύ λίγες επωνυμίες που γνωρίζουν από πού προέρχονται τα πράγματά τους στην αλυσίδα εφοδιασμού και ακόμη λιγότερες από αυτές έχουν συνάψει ενεργές σχέσεις με αυτούς τους προμηθευτές για να μειώσουν το αποτύπωμά τους άνθρακα», λέει η περιβαλλοντική επιστήμονας Linda Greer. Αυτή η πολυπλοκότητα και η έλλειψη διαφάνειας σημαίνει ότι οι εκτιμήσεις για τον αντίκτυπο του άνθρακα της βιομηχανίας κυμαίνονται από 4% (McKinsey και Παγκόσμια Ατζέντα Μόδας) έως 10% (ΟΗΕ) των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα. Ένοχοι και αδιάφοροι είμαστε όλοι.
Πράσινες αβρότητες
Και εκεί που διαφαινόταν μια μικρή έστω αχτίδα ελπίδας για καλύτερες μέρες στη βιομηχανία, ο κολοσσός γρήγορης μόδας Shein σάρωσε με υψωμένο το μεσαίο δάχτυλο. O κινεζικός διαδικτυακός λιανοπωλητής αξίας 1,5 τρις δολαρίων, με εκατομμύρια αξεσουάρ, ρούχα, παπούτσια και ειδών διακόσμησης σε τιμές που πολλές φορές δεν ξεπερνούν τα 0.99 λεπτά, έγινε ο αγαπημένος προορισμός της γενιάς του Tik Tok. Δημιουργώντας αυτό που η «Business of Fashion» αποκάλεσε αφελώς μια «ασύγκριτη ποικιλία» προϊόντων, άφησε πίσω τους ανταγωνιστές Boohoo, Zara και H&M και από τότε κανείς δεν κατάφερε να ξεφύγει από τα «αστραφτερά» αλλά σκανδαλωδώς φθηνά ρούχα της. Γνωστή για την αντιγραφή ανεξάρτητων σχεδιαστών και την πληρωμή των εργαζομένων μόλις 3p ανά ρούχο, προσπάθησε να αποκαταστήσει την εικόνα της δίνοντας στο «The Or Foundation» 15 εκατομμύρια δολάρια και εγκαινιάζοντας μια πλατφόρμα μεταπώλησης. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της μάρκας έχει βγάλει 23,5 δισεκατομμύρια δολάρια εκμεταλλευόμενος εκατοντάδες ανθρώπους και τον πλανήτη, αλλά χάρη σε έναν στρατό θαυμαστών και influencers, που είναι πρόθυμοι να υποστηρίξουν ότι είναι κάποιο είδος φιλανθρωπικού ιδρύματος που υπάρχει μόνο για να ντύνει τους φτωχούς και όχι, ας πούμε, μια μηχανή που εκμεταλλεύεται αγοραστές και εργαζομένους σε κάθε ευκαιρία, χρήσθηκε η πιο δημοφιλής μάρκα του 2022. Το 2022 ήταν η χρονιά της μεγάλης χειρονομίας. Οι προσπάθειες ήταν αξιοσημείωτες, αλλά όχι εφαρμόσιμες. Η Zara ξεκίνησε την ενοικίαση και την μεταποίηση, η Vestiaire Collective απαγόρευσε τη γρήγορη μόδα, η Kering και η L’Occitane ξεκίνησαν ένα Κλιματικό Ταμείο £258 εκατομμυρίων για τη Φύση στο COP15 για τη βιοποικιλότητα και η Boohoo ξεκίνησε μια εκστρατεία αειφορίας με τη γνωστή περιβαλλοντολόγο Kourtney Kardashian Barker. Η Εβδομάδα Μόδας της Κοπεγχάγης μπήκε επίσης στη δράση, αρχικά απαγορεύοντας τη γούνα και μετά ανακοινώνοντας μια σειρά από απαιτήσεις βιωσιμότητας για τις επωνυμίες που επιθυμούν να εμφανιστούν. Αν νομίζετε πως όλο αυτό το «αειφόρο» χάος είναι μικρή υπόθεση ή αν δεν σας μοιάζει και τόσο τραγικό, τότε θα πρέπει να μιλήσουμε με περιστατικά και όχι με νούμερα.
Και τελικά τι κάνουμε;
Το λιγότερο μη βιώσιμο δεν είναι βιώσιμο. Αυτός είναι ένας κανόνας που όλοι αγνοούμε. Προς τιμή τους, η Patagonia δεν χρησιμοποιεί πλέον τον όρο. Ταυτόχρονα, οι εταιρείες μόδας δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να δηλώνουν ταυτόχρονα τη δέσμευσή τους για βιωσιμότητα, ενώ αντιτίθενται σε ρυθμιστικές προτάσεις που αποδίδουν τον ίδιο σκοπό. Η Nike, για παράδειγμα, μια επωνυμία που έχει δεσμευτεί για στόχους που βασίζονται στην επιστήμη, λαμβάνει κακή βαθμολογία από την ClimateVoice για την άσκηση πίεσης ενάντια στη νομοθεσία Build Back Better και τις διατάξεις της για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Τελικά, οι επιχειρήσεις πρέπει να αφήσουν στην άκρη τις συζητήσεις κλειστού λόμπι, να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για να επηρεάσουν τη θετική αλλαγή, ενώ παράλληλα να δημιουργήσουν ένα επιχειρηματικό σύστημα με νέες νόρμες, που οι καταναλωτές αναγκαστικά θα ακολουθήσουν.
Τι σημαίνει νέες νόρμες; Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη κανόνων πρέπει να αποτιμήσουν τις αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις. Ο άνθρακας και το νερό, για παράδειγμα, θα πρέπει να φορολογούνται για να περιλαμβάνουν κοινωνικό κόστος. Αυτό θα αποθάρρυνε τη χρήση τους, θα οδηγούσε στην καινοτομία και θα επιτάχυνε την υιοθέτηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Μια κυβερνητική επιτροπή στο ΗΒ έχει προτείνει επίσης έναν φόρο στο παρθένο πλαστικό (που θα κάλυπτε τον πολυεστέρα). Για τη βιομηχανία της μόδας, αυτό θα αύξανε την τιμή των συνθετικών καθιστώντας τα φυσικά υλικά πιο ελκυστικά. Έτσι δεν είναι; Μπορεί όλο αυτό να μοιάζει με οικολογικό μανιφέστο, αλλά είναι ακριβώς το αντίθετο. Είναι η πραγματικότητα, είναι η ζωή, είναι η καθημερινότητα, είναι μια λύση, είναι το στοίχημα που χάσαμε.