Από τη Φαίη Γκαϊνά
Τα γεγονότα της 16ης Σεπτεμβρίου στην Τεχεράνη με αφορμή το οριακό συμβάν του θανάτου της 22 χρονης Μαχσά Αμινί, η οποία παραβίασε τους αυστηρούς ενδυματολογικούς κανόνες του Ισλάμ, καθώς δεν φόρεσε το χιτζάμπ της «σωστά», πυροδότησαν πλήθος διαμαρτυριών σε ολόκληρο τον κόσμο. Το νεαρό της ηλικίας της όπως και η καταπάτηση της θεμελιώδους ανθρώπινης αξιοπρέπειας προκάλεσαν την οργή της υφηλίου. Ακολούθησε μια πρωτοφανούς έντασης φεμινιστική εξέγερση. Πέρα από τάξεις, φυλές και θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Στοιχεία που παραπέμπουν στην επανάσταση του ’79. Μια εξέγερση-διαμαρτυρία, όχι μόνο για το θάνατο της νεαρής Κουρδοϊρανής, αλλά και προς το ιρανικό καθεστώς. Γεγονότα ακραία, που θα μπορούσαν να σηματοδοτούν το τέλος της ανοχής σε ένα αυταρχικό καθεστώς, το οποίο από το 1979 δεν αναγνωρίζει δικαιώματα και ελευθερίες στις γυναίκες, αλλά και σε κάθε μορφή έκφρασης που παρεκκλίνει από το θεοκρατικό καθεστώς.
Εντούτοις η κατάσταση αυτή δείχνει να αφορά όλες τις γυναίκες – όπου και να ζουν. Για κάποιους, το χιτζάμπ δεν είναι παρά η επιτομή της καταπίεσης των γυναικών στον ισλαμικό κόσμο. Το διακριτικό σημάδι καταπίεσης, οπισθοδρόμησης, αλλά και πολιτισμικού ελλείμματος των ισλαμικών κοινωνιών. Με απώτερο σκοπό ν’ ανιχνευθούν τα βαθύτερα αίτια, κίνητρα, αλλά και οι συνέπειες πίσω από τον «πόλεμο της μαντίλας», συζητήσαμε με τον καθηγητή Σωτήρη Ρούσσο, με γνωστικό αντικείμενο Διεθνείς Σχέσεις και Θρησκεία στη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο.
Ποιο το πολιτικό και ταξικό υπόβαθρο πίσω από την εξέγερση του Ιράν;
«Πρόκειται για ανθρώπους νέους. Γυναίκες μορφωμένες. Από τη μεσαία τάξη, των μεγαλουπόλεων. Όπως επίσης και Κούρδους. Το γεγονός πως η Μαχσά Αμινί ήταν Κούρδισσα έφερε ακόμα μεγαλύτερη αναταραχή στην περιοχή του Ιρανικού Κουρδιστάν».
Πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεται η επανάσταση του ’22 από την επανάσταση του ’79;
«Είναι κοντά, με την έννοια ότι και τότε αυτοί που βγήκαν στους δρόμους κατά του Σάχη ήταν κυρίως φοιτητές και πάλι γυναίκες. Η διαφορά όμως μέχρι στιγμής είναι ότι δεν υπάρχει συμμαχία με ένα κομμάτι των κληρικών, όπως επίσης και με τους εμπόρους των παζαριών – που είναι ένα κομβικό στοιχείο στον κοινωνικό τους ιστό. Το επόμενο που εντοπίζει κανείς είναι ότι δεν υπάρχει σημαντική συμμετοχή από τα φτωχά στρώματα, τόσο της Τεχεράνης, όσο και των μεγαλύτερων πόλεων».
Πού οδηγεί μια τέτοια τροπή κατά τη γνώμη σας;
«Αν παραμείνει αυτή που είναι σήμερα, δεν βλέπω μεγάλη πιθανότητα επιτυχίας, καθώς δεν φέρει εκείνα τα στοιχεία για να ανατραπεί ένα καθεστώς. Δεν φτάνει, δηλαδή, να βγαίνουν χιλιάδες νέοι στο δρόμο. Πρέπει να υπάρχει και μια πολιτική ηγεσία που να καθοδηγεί ένα κίνημα τέτοιο. Χρειάζεται να υπάρχουν ευρύτερες συμμαχίες. Ένα ξέσπασμα, όσο και να κρατήσει, δεν είναι ικανό από μόνο του να σηματοδοτήσει ριζοσπαστικές αλλαγές. Όσο βίαιο και αν είναι. Όσο μεγάλος και αν είναι ο ενθουσιασμός, αλλά και το θάρρος αυτών των ανθρώπων.
Βέβαια, όσο περισσότερο κρατάει η εξέγερση, με υψηλή ένταση, τόσο πιο πιθανό είναι και άλλα κοινωνικά στρώματα να συγκλίνουν προς αυτήν και να συμμαχήσουν μαζί της. Αν η εξέγερση συνεχιστεί με την ίδια ένταση, τότε είναι πιθανό να έχουμε μια άλλη τροπή. Εφόσον μάλιστα κι άλλα κοινωνικά στρώματα συγκλίνουν προς τα εκεί. Όχι απαραίτητα από τα φτωχότερα στρώματα.
Αν και κατά την ισλαμική επανάσταση ήταν κομβικής σημασίας το γεγονός ότι μπήκαν τα μεγάλα φτωχά στρώματα της Τεχεράνης στην εξέγερση. Ήταν ένα στοιχείο που άλλαξε τη μορφή της τότε εξέγερσης. Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να συμμετέχουν οι έμποροι των παζαριών, οι οποίοι παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο. Όχι μόνο οικονομικό αλλά και από πλευράς κοινωνικής συνοχής στο Ιράν.
Έπειτα, συνήθως στις εξεγέρσεις του Ιράν που πετυχαίνουν απαιτείται η συμμετοχή κάποιων κληρικών – όχι αναγκαία όλων των κληρικών ή των κληρικών που βρίσκονται κοντά στο καθεστώς. Αυτή είναι η συμμαχία που πρέπει να υπάρξει. Παρόλα αυτά, σαφέστατα πρόκειται για ένα φαινόμενο δυναμικό. Επιπροσθέτως, το γεγονός ότι παρατηρείται μεγάλη έξαρση στην περιοχή του Κουρδιστάν θα μπορούσε να θεωρηθεί επικίνδυνο. Στην περίπτωση μάλιστα που το καθεστώς προσπαθήσει να στηριχτεί στον ιρανικό εθνικισμό. Ο φόβος διαμελισμού του Ιράν είναι πάντα πάρα πολύ έντονος, δυναμιτίζοντας έτσι τον ιρανικό εθνικισμό. Σε κάθε περίπτωση, έτσι όπως είναι τα πράγματα σήμερα η εξέγερση αυτή δεν φαίνεται ότι μπορεί να οδηγήσει σε βαθιές αλλαγές.
Ενδέχεται παράλληλα το καθεστώς να πάρει και ορισμένα μέτρα όπου θα φαίνεται ότι αντιλαμβάνεται και ακούει το κίνημα αυτό. Είτε συλλαμβάνοντας και καταδικάζοντας τους αυτουργούς της δολοφονίας της Μαχσά Αμινί. Είτε παίρνοντας κάποια μέτρα χαλάρωσης του κοινωνικού ελέγχου».
Αυτή τη στιγμή ποια πράγματα διακυβεύονται; Αξίες, ιδανικά, ποιες θέσεις υποστηρίζονται, αλλά και ποιες τείνουν να τροποποιηθούν;
«Αυτό που ζητούν οι γυναίκες του Ιράν αυτή τη στιγμή δεν έχει να κάνει με τη μαντίλα αυτή καθαυτή. Ουσιαστικά, παλεύουν για την ελευθερία τους. Όπως και ένα μεγάλο μέρος του ιρανικού λαού. Αυτό που ζητούν είναι να ζήσουν όπως εκείνες θέλουν, να μπορούν να αποφασίσουν αν θέλουν να φορέσουν τη μαντίλα ή όχι. Για κάποιες γυναίκες άλλωστε, η επιλογή της μαντίλας μπορεί να θεωρείται σωστή. Υπάρχουν όμως και εκείνες που δεν θέλουν να τη φορούν. Δεν πρέπει να επιβάλλεται σε κανένα άνθρωπο να φοράει ή να μην φοράει μαντίλα. Θα πρέπει να έχει το δικαίωμα της επιλογής. Αν θέλω φοράω, αν θέλω δεν φοράω. Αυτό ισχύει και για τη Δύση, γιατί έχουμε παραδείγματα χωρών, όπως της Γαλλίας, που απαγορεύει τη μαντίλα στους δημόσιους χώρους, στα δημόσια κτήρια ή στα σχολεία. Θεωρώ και τις δύο πρακτικές, όχι με την ίδια ένταση φυσικά, άδικες. Τόσο απέναντι στη γυναίκα όσο και στον άνθρωπο.
Έπειτα, αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο βασικά μπλοκ στο Ιράν, ας το πούμε έτσι, γιατί βεβαίως είναι πιο πολύπλοκο. Είναι δύο πλευρές οι οποίες συγκρούονται. Υπάρχει το μπλοκ των νέων ανθρώπων, από τη μεσαία τάξη ή και των φτωχότερων στρωμάτων, οι οποίοι είναι μορφωμένοι και δεν βλέπουν καμία προοπτική, οικονομική ή κοινωνική, μιας και το Ιράν είναι αποκλεισμένο και λόγω των κυρώσεων. Το αδιέξοδο αυτό τους κάνει να νιώθουν απελπισμένοι. Κάτι που επιτείνεται ακόμα περισσότερο από τη διαφθορά και τον αυταρχισμό του καθεστώτος, εντείνοντας την οργή τους. Αυτό είναι ένα κομμάτι. Υπάρχει όμως και το καθεστώς το οποίο ελέγχει – είτε μέσω των φρουρών της επανάστασης, είτε μέσω του κράτους – το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας, είτε έμμεσα, είτε άμεσα, και το οποίο έχει και αυτό μια κοινωνική βάση κυρίως στην ύπαιθρο, στην επαρχία δηλαδή, και επίσης στα θρησκευόμενα στρώματα των πόλεων.
Οι εξελίξεις αυτές στο Ιράν εκφράζουν μια γενικότερη τάση κατά της κοινωνικής επιβολής. Γιατί, δεν είναι μόνο η μαντίλα. Είναι η φυλάκιση πολύ σημαντικών Ιρανών σκηνοθετών, συνθετών, μουσικών. Η ποινικοποίηση και η φυλάκιση των ομοφυλοφίλων. Μια σειρά πραγμάτων που έχουν να κάνουν με τον κοινωνικό έλεγχο. Η μαντίλα και το συγκεκριμένο περιστατικό απλώς τα έφεραν στην επιφάνεια».
Τι σηματοδοτεί η αποστροφή της μαντίλας; Την περιφρούρηση της γυναικείας ισότητας ή την ισλαμοφοβική ανησυχία ως απειλή άλωσης της ανεκτικής ευρωπαϊκής κουλτούρας;
«Η αντίληψη πως η μαντίλα θεωρείται μέσο χειραγώγησης των γυναικών θα μπορούσε να θεωρηθεί ακραία. Αυτό ισχύει στην περίπτωση που οι γυναίκες υποχρεώνονται με τη βία να τη φορέσουν.
Από πλευράς ενδυματολογικής έκφρασης, η μαντίλα, όσο παράδοξο και αν φαίνεται, υπήρξε, και είναι, σημείο χειραφέτησης. Πολλές φορές οι γυναίκες φορούσαν τη μαντίλα για να δείξουν ότι είναι αντικοσμικές, γιατί το καθεστώς του Σάχη είχε ταυτιστεί με μια κοσμική κοινωνία. Επίσης, στην Αίγυπτο τη δεκαετία του ’90 νεαρές γυναίκες φόραγαν μαντίλα, ιδιαίτερα οι φοιτήτριες, ακριβώς για να δείξουν ότι παίρνουν αποστάσεις από τους γονείς τους – οι οποίοι δεν φορούσαν μαντίλα και τους θεωρούσαν υποταγμένους στο καθεστώς του Μουμπάρακ. Έκαναν, δηλαδή, την επανάστασή τους μέσα από τη μαντίλα. Το ίδιο συνέβη και στην Τουρκία τις δεκαετίες του ’90 και του 2000. Εκείνο όμως που είναι σαφές είναι ότι σε οποιαδήποτε περίπτωση η γυναίκα θα πρέπει να είναι ελεύθερη να αποφασίσει η ίδια τι θα κάνει.
Σε ορισμένες περιοχές της βόρειας Τεχεράνης, όπου μένουν οι πλούσιοι και οι ισχυροί, μπορεί να δει κανείς ότι η μαντίλα είναι σχεδόν στο πίσω μέρος του κεφαλιού και κανείς δεν τις πειράζει γιατί στις πλούσιες περιοχές δεν γίνονται περιπολίες της αστυνομίας της θρησκευτικής ορθότητας. Στη Σαουδική Αραβία και στο Πακιστάν τα περιστατικά καταπάτησης της γυναικείας αξιοπρέπειας είναι πολύ χειρότερα και πολύ πιο ακραία. Τώρα στην Ευρώπη, σε σχέση με το ισλαμοφοβικό σύνδρομο, και άρα την αποστροφή της μαντίλας, θεωρείται πως αυτή που φοράει μαντίλα είναι φονταμενταλίστρια, και άρα υπέρ του Ιράν. Ενώ η γυναίκα αυτή μπορεί να φοράει τη μαντίλα της γιατί είναι ευσεβής, γιατί πιστεύει στη θρησκεία της, και άρα θέλει που τη φοράει.
Συνεπώς, έχει να κάνει με τα δυτικά μέσα που θεωρούν το Ιράν μια εχθρική χώρα προς τη Δύση, ιδιαίτερα οι Αμερικανοί και έτσι επικεντρώνονται στο Ιράν. Καλά κάνουν στην προκειμένη περίπτωση, μιας και είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα αυτό, αλλά θα είχαν αυξήσει την αξιοπιστία τους αν έκαναν το ίδιο και για τη Σαουδική Αραβία ή το Πακιστάν».
Υπάρχει αλλαγή για τις γυναίκες του Ισλάμ όλα αυτά τα χρόνια και σε ποιες χώρες υπάρχουν διαφοροποιήσεις;
«Όχι, δεν υπάρχουν αλλαγές, στις μουσουλμανικές χώρες. Μπορούμε να βρούμε και χώρες οι οποίες έγιναν πιο μουσουλμανικές, όπως η Αίγυπτος, η Τουρκία, η Μαλαισία. Άρα έχουμε μεγαλύτερο ευσεβισμό και άρα μεγαλύτερο κοινωνικό έλεγχο των γυναικών. Ωστόσο έχουμε κάποια δείγματα όπως της Σαουδικής Αραβίας, όπου οι γυναίκες θέλουν να χειραφετηθούν, με τον τωρινό τους ηγέτη να δείχνει πως θέλει να παραχωρήσει δικαιώματα στις γυναίκες, όπως να οδηγούν μόνες τους ή να βγαίνουν χωρίς ανδρική συνοδεία».
Ποια είναι τα δικαιώματα και τα όρια αυτοδιάθεσης μιας γυναίκας μουσουλμανικής καταγωγής;
«Εξαρτάται από την χώρα ή την περιοχή στην οποία ζει. Αν είναι στο Λίβανο, μπορεί νομικά να κάνει τα πάντα – είναι άλλο ζήτημα το νομικό, άλλο το κοινωνικό και άλλο το θρησκευτικό. Για παράδειγμα στο Λίβανο, που είναι μια χώρα πολυπολιτισμική, μια Σουνίτισα μουσουλμάνα μπορεί να φοράει μαντίλα ή να μη φοράει. Ο νόμος δεν της το επιβάλλει. Μπορεί να είναι θρησκευόμενη ή να μην είναι. Ούτε εδώ της επιβάλλεται από το νόμο αν θα πηγαίνει στο τζαμί. Μπορεί όμως να της το επιβάλλει το κοινωνικό της περιβάλλον. Επίσης, ανάλογα με την περιοχή που βρίσκεται, το να παντρευτεί κάποιον που δεν είναι μουσουλμάνος μπορεί να είναι πρόβλημα. Όπως και το να έχει προγαμιαίες σχέσεις είναι ένα ζήτημα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν συμβαίνει κιόλας. Θα λέγαμε πως θυμίζει το σκηνικό της Ελλάδας στην δεκαετία του ’60».
Τι σημαίνει άραγε αυτή η εξέλιξη για το μέλλον των γυναικών του Ιράν και ολόκληρου του μουσουλμανικού κόσμου;
«Ενδεχομένως θα μπορούσε να σημάνει τη δημιουργία ανάλογων κινημάτων σε όλο τον ισλαμικό κόσμο. Βέβαια το Ιράν είναι η μόνη χώρα μαζί με την Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν οι οποίες επιβάλλουν τη μαντίλα ως ένδυμα. Άρα, υπάρχει μια κοινωνική επιβολή και είναι μια ξεχωριστή περίπτωση. Ο δυναμισμός του γυναικείου κινήματος στο Ιράν είναι προφανές ότι μπορεί να εμπνεύσει και άλλα κινήματα γυναικών σε ολόκληρο τον μουσουλμανικό κόσμο. Και όχι μόνο στον μουσουλμανικό κόσμο, αλλά γενικότερα σε αυτόν που αποκαλούμε Τρίτο Κόσμο».