Φιλικό ζευγάρι πολύ αγαπημένο, σύζυγος τρυφερός, περιποιητικός, κατά γενική ομολογία υποδειγματικός. Μετά από είκοσι χρόνια γάμου ξαφνικά μαθαίνουμε ότι παίρνουν διαζύγιο. Σοκ. Δεν το περίμενε κανείς. Σταδιακά άρχισαν να φτάνουν πληροφορίες στ’ αυτιά μας. Είχε εξωσυζυγική σχέση. Με γυναίκα παιδικού φίλου του. Την ερωτεύτηκε από την πρώτη στιγμή που την είδε. Τα έφτιαξαν μερικά χρόνια μετά και ζούσαν διπλή ζωή από τότε που εκείνη ήταν έγκυος. Χώρισαν συγχρόνως για να μπορέσει εκείνος να μετακομίσει μαζί της και με τα παιδιά της. Πολλαπλό σοκ, αλλά αυτό δεν είναι τίποτα. Εξι μήνες αργότερα, συναντάει παλιά του συμμαθήτρια από το σχολείο και αποφασίζει ότι αυτή είναι ο έρωτας της ζωής του. Η συμβία του, που είχε φέρει τον κόσμο πάνω κάτω για να είναι μαζί του, καταρρέει.
Τη συνέχεια δεν τη γνωρίζω, προτιμώ να μην τη μάθω, γιατί φοβάμαι ότι θα έχει κι άλλο πόνο. Η αλήθεια είναι ότι κάθε ιστορία παράνομου πάθους κινδυνεύει να πάρει άσχημη τροπή. Ακόμη κι αν αυτός που κρατάς στην αγκαλιά σου είναι ο πιο συγκλονιστικός εραστής του κόσμου, πάντα θα σκέφτεσαι ότι μπορεί να βρεθείς εσύ μια μέρα στη θέση της γυναίκας του και να τον ακούς να σου λέει παραμύθια για το πού ήταν και τι έκανε. Βέβαια, δεν είναι όλοι οι άπιστοι καταραμένοι. Ο πρίγκιπας Κάρολος έκανε την Νταϊάνα ν’ αρρωστήσει ψυχικά και σωματικά και ολόκληρη την υφήλιο να την παρηγορεί επειδή διατηρούσε απροκάλυπτα δεσμό με την Καμίλα. Ωστόσο, από τότε που η Καμίλα έγινε η επίσημη σύντροφός του και το 2005 σύζυγός του, ποτέ δεν ακούστηκε τίποτα για την ερωτική του ζωή και ο στρίγκλος (σύμφωνα με τη μακαρίτισσα λαίδη Ντι) έγινε αρνάκι. Αρα τι ισχύει για τους μοιχούς; Μπορεί κανείς να ονειρεύεται το μέλλον μαζί τους ή είναι αυτοκαταστροφικό να εμπιστεύεται κάποιον που ξέρει ότι έχει υπάρξει αφερέγγυος;
Υπάρχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στις παράνομες σχέσεις που κάνει αυτή την ερώτηση ακόμη πιο καίρια. Κάθε ερωτική ιστορία χρειάζεται να έχει προοπτική στο μέλλον, να τρέφει την ελπίδα ότι κάποτε θα ξυπνάμε το πρωί μαζί, θα πίνουμε καφέ μαζί, θα ταξιδεύουμε, θα γελάμε. Ωστόσο, όταν κάποιος παίζει σε δύο ταμπλό, αυτή η ανάγκη γίνεται επιτακτική. Για τον εραστή που βλέπει κανείς στα κρυφά με χίλιες δυο δικαιολογίες και ψέματα και στις 12 τα μεσάνυχτα πρέπει να τον αποχωριστεί για να επιστρέψουν ο καθένας στο σπίτι του, η ψευδαίσθηση ενός κοινού μέλλοντος δίνει στη σχέση οξυγόνο για ν’ αναπνέει. Ολα όσα δεν μπορεί το ζευγάρι να χαρεί στο παρόν, τα μεταθέτει σε κάποια υποθετική συνθήκη όπου ο παράνομος δεσμός θα έχει γίνει νόμιμος. Ομως, στην πράξη, τέτοια εξέλιξη δεν φαίνεται και τόσο ευοίωνη. Γιατί πόσο ώριμο είναι να εμπιστευτείς έναν σύντροφο που ήδη έχει αποδειχτεί τουλάχιστον μία φορά άπιστος, ακόμα κι αν αυτή η φορά ήταν μαζί σου; Και, με την ίδια ακριβώς λογική, πώς θα εμπιστευτεί ο άλλος εσένα, αν κι εσύ έχεις φανεί τόσο αφερέγγυα όσο κι εκείνος. «Μία φορά άπιστος, για πάντα άπιστος», λέει η αμερικάνικη έκφραση, αλλά αν την αποδεχτούμε χάνεται όλη η χάρη του κρυφού ερωτικού πάθους. Διότι θα σημαίνει ότι είναι ακόμα μία «περιπετειούλα» που δεν θ’ αλλάξει τη ζωή κανενός, ένας ακόμη δεσμός ανάμεσα σε ανθρώπους που απλώς επαναλαμβάνουν μία συγκεκριμένη συμπεριφορά. Δεν είναι δηλαδή το συγκλονιστικό αίσθημα η φλόγα που θα διαλύσει το είναι σου. Οπότε δεν αξίζει να πεις και τόσα ψέματα για να τον δεις, καλύτερα να μείνεις σπίτι να δεις Netflix.
«Ακου την καρδιά σου», λέει το τραγούδι
Αν αποδώσουμε τις παράνομες σχέσεις σε ένα ίδιον του χαρακτήρα, τότε αφαιρούμε το συναίσθημα. Διαχωρίζουμε τους ανθρώπους σε αυτούς που απατούν και εκείνους που είναι μονογαμικοί. Οι πρώτοι προφανώς θα το ξανακάνουν, οπότε δεν υπάρχει λόγος να τους έχουμε ποτέ εμπιστοσύνη. Ετσι όμως ισοπεδώνουμε μία αυθόρμητη, επαναστατική έκφραση της ανθρώπινης φύσης. Δεν ξενοκοιμάται κανείς από συμφέρον ή για κίνητρα που ξεκινούν από τη λογική, τουλάχιστον δεν είναι αυτός ο κανόνας. Το κάνει για μία σειρά από σοβαρούς λόγους που αφορούν είτε τον ίδιο, είτε τη σχέση, είτε και τα δύο.
«Οταν κάποιος είναι άπιστος, η διάγνωση είναι σαφής: είτε έχει πρόβλημα η σχέση, είτε ο ίδιος», λέει η διάσημη ψυχολόγος Εστερ Περέλ. «Η λογική λέει ότι αν έχεις όλα όσα χρειάζεσαι στο σπίτι δεν υπάρχει λόγος να κοιτάζεις παραέξω. Στην πράξη τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι υπάρχει ο τέλειος γάμος που θα μας θωρακίσει ενάντια στην εξωσυζυγική περιέργεια, πάλι μπορεί να απατήσουμε. Οι περισσότεροι από αυτούς που τους συμβαίνει δεν είναι σεξομανείς, αλλά κανονικοί άνθρωποι με μονογαμικές πεποιθήσεις που βρίσκονται σε σύγκρουση ανάμεσα στις αξίες και την επιθυμία τους. Μπορεί να ήταν πιστοί για δεκαετίες, όμως μια μέρα περνάνε τη διαχωριστική γραμμή ρισκάροντας να χάσουν τα πάντα. Η απιστία είναι μια πράξη προδοσίας προς τον επίσημο σύντροφο, είναι όμως και μια έκφραση λαχτάρας και απώλειας. Στην καρδιά μιας τέτοιας σχέσης βρίσκεται συνήθως ο αγώνας για συναισθηματική σύνδεση, για νέες εμπειρίες, ελευθερία, αυτονομία, σεξουαλική ένταση. Την επιθυμία να επανασυνδέσουμε ξεχασμένα κομμάτια του εαυτού μας από το παρελθόν ή την προσπάθεια να νιώσουμε και πάλι ζωντανοί μετά από μια απώλεια ή μια απογοήτευση».
Στον πυρήνα της απιστίας βρίσκεται η απόφαση να κάνει κάποιος αυτό που πραγματικά θέλει και όχι εκείνο που περιμένουν οι άλλοι, η οικογένεια ή η κοινωνία. «Ενδίδουν σε κάτι που επιθυμούν μόνο οι ίδιοι. Το παράδοξο είναι ότι ενώ λένε ψέματα στον σύζυγό τους, μπορεί να βρεθούν σε αυτή την ιδιαίτερη θέση, όπου για πρώτη φορά δεν θα λένε ψέματα στον εαυτό τους», λέει η Περέλ. Από αυτή την άποψη, όταν επιλέγει κανείς να ακούσει την καρδιά του, είναι περισσότερο συνεπής με τον εαυτό του από τις άλλες στιγμές που βάζει τη συμπεριφορά του μέσα σε κουτάκια. Αν αποφασίσουμε να εμπιστευτούμε τον ίδιο άνθρωπο σε μια μακροχρόνια, νόμιμη πλέον συνύπαρξη, θα πρέπει να ξέρουμε ότι βρίσκεται σε επαφή με τα θέλω του, ακούει τα συναισθήματά του και δεν προδίδει τον εαυτό του. Αν λοιπόν νιώσει ότι η επικοινωνία παύει να είναι αυτή που έχει ανάγκη, τότε ο δρόμος του μπορεί ν’ αλλάξει κατεύθυνση. To ίδιο όμως μπορεί να συμβεί και σε μας.
Οταν η πραγματικότητα του ζευγαριού γίνεται κουραστική, όταν οι σύντροφοι δεν έχουν πια όρεξη να επενδύουν στη σχέση τους και να την ποτίζουν σαν λουλουδάκι, τότε η αντίδραση κάποιου που ήταν στο παρελθόν άπιστος μπορεί να είναι και πάλι το ξενοκοίταγμα. Αυτό όμως μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε ζευγάρι σταματήσει να αφιερώνει χρόνο και ενέργεια στην κοινή του ζωή, όσο έντιμος κι αν ήταν ο πρότερος βίος του. Αν πάλι μιλάμε για έναν άνθρωπο που κουβαλάει μέσα του ελλείψεις και τραύματα που τον κάνουν να αισθάνεται διαρκώς ανικανοποίητος, τότε το πρόβλημα είναι σοβαρότερο από την ερωτική του αστάθεια. Αργά ή γρήγορα θα φανούν μέσα στη σχέση συμπεριφορές που ξεκινούν από το πληγωμένο εγώ του και εκφράζονται σε διάφορους τομείς. Ας πούμε ένας σύζυγος που ζηλεύει υπερβολικά, που απαξιώνει τις επιτυχίες της γυναίκας του, που αδιαφορεί ή δημιουργεί προβλήματα από το μηδέν. Αν αναλογιστούμε πόσα τέρατα μπορεί να προκύψουν μέσα σ’ ένα γάμο, η απιστία δεν είναι το χειρότερο. «Η προδοσία της εμπιστοσύνης ανάμεσα στους συζύγους μπορεί να έχει πολλά ονόματα: υποτίμηση, περιφρόνηση, παραμέληση, βία. Η ερωτική προδοσία είναι μόνο ένας από τους τρόπους να πληγώσουμε το σύντροφό μας».
Θα απορρίπταμε λοιπόν έναν σύντροφο επειδή ήμασταν η παράνομη ερωμένη του; Αυτό είναι πιο αυτοκαταστροφικό από το να τον κρατήσουμε. Γιατί είναι σαν να πετάμε στα σκουπίδια την ευκαιρία να ζήσουμε έναν μεγάλο έρωτα, από αυτούς που μας γεμίζουν συναισθήματα και εμπειρίες. Από την άλλη, όποιον άνδρα και να διαλέξει κανείς, δεν ξέρει ποτέ τι θα του ξημερώσει. Μετά από αυτό που έπαθε η γνωστή μου με τον «ιδανικό σύζυγο», όλα είναι πιθανά.