Θα είμαι στην Ευρώπη το Φεβρουάριο. Έχεις όρεξη για λίγη περιπέτεια;» Το μέιλ αναστάτωσε υπέροχα την ημέρα της Άννας, η οποία άρχισε αμέσως να κοιτάζει πιθανές ημερομηνίες και πτήσεις για να περάσει ένα διήμερο με τον εραστή της. Είχε γνωρίσει τον Τζέιμς, Νεοζηλανδό και τρία χρόνια μικρότερό της, σε ένα επαγγελματικό ταξίδι στο Παρίσι ενάμιση χρόνο νωρίτερα. Είναι και οι δύο παντρεμένοι με μικρά παιδιά, σκληρά εργαζόμενα στελέχη που σύντομα βρίσκουν τον εαυτό τους σε μια κουραστική ρουτίνα όπου βασιλεύουν οι υποχρεώσεις και οι λογαριασμοί και όπου το «parenting» εξορίζει ύπουλα την ερωτική φλόγα από τη ζωή σου.
Το τελευταίο βράδυ του ταξιδιού τους ήπιαν λίγα κοκτέιλ παραπάνω, χόρεψαν και φιλήθηκαν στην πίστα ενός κλαμπ, περπάτησαν αγκαλιά στους δρόμους της πόλης και πέρασαν μια παθιασμένη νύχτα σεξ στο ξενοδοχείο τους. Μετά γύρισαν πίσω, εκείνη στην Αθήνα, εκείνος στην ασιατική μητρόπολη όπου ήταν η βάση του. Η Άννα βρήκε αυτό που έλειπε από το γάμο της: ρομαντισμό και έξαψη. Ο Τζέιμς βρήκε αυτό που έλειπε από το δικό του: όρεξη για σεξ. Κανένας δεν είχε πρόθεση να διαλύσει το σπίτι του αλλά και οι δύο κράτησαν επαφή και ανανέωσαν το ραντεβού τους σε άλλες πόλεις του πλανήτη όταν βόλευε. «Λέω στον εαυτό μου ότι δεν είναι απιστία αν δεν συμβαίνει στο ίδιο έδαφος. Εξάλλου ζει κυριολεκτικά στην άλλη άκρη του κόσμου και τον βλέπω δύο φορές το χρόνο. Είναι κανονική μοιχεία αυτό;» αναρωτιέται εκείνη αναζητώντας δικαιολογία για το μυστικό της, χωρίς ιδιαίτερες τύψεις είναι η αλήθεια. Την εποχή του facebook, μια εποχή που οι ιδιωτικές ζωές μας είναι πιο δημόσιες αλλά και πιο διαρκώς προσβάσιμες από ποτέ, ποια σημασία έχει ακριβώς η απιστία;
Μετράει λιγότερο ή περισσότερο από παλιά; Και, κυρίως, εμείς, η υποτιθέμενη χειραφετημένη πια γενιά γυναικών, την κρίνουμε με μεγαλύτερη επιείκεια ή με την ίδια –αν όχι περισσότερη– αυστηρότητα; Αλιεύω αυτό το απόσπασμα από ένα άρθρο της Μόιρα Γουάιτζελ, συγγραφέα του βιβλίου Labor of Love: The Invention of Dating. «Γυναίκες και άνδρες φίλοι αναφέρουν συχνά το μοτίβο του “είναι απλά σεξ”. Κάποιοι για να σου μιλήσουν υποθετικά για το σύντροφό τους (“αν μεθούσε παραπάνω και έκανε σεξ με μια/έναν άγνωστο δεν θα με ένοιαζε”), κάποιοι για να δικαιολογήσουν το δικό τους παραστράτημα και κάποιοι άλλοι ως αυτοάμυνα στην περιπέτεια του συζύγου που τους έχει πληγώσει».
«Άραγε εξακολουθεί να μας ενοχλεί τόσο πολύ η μοιχεία», διερωτάται η Γουάιτζελ. Σίγουρα νιώθουμε πολύ πιο άνετα σήμερα με τις γκέι οικογένειες, την τρανσέξουαλ κουλτούρα ή τους ανοιχτούς γάμους (των άλλων) απ’ ό,τι οι γονείς ή οι παππούδες μας, όμως η συγγραφέας ανακαλύπτει ένα αναπάντεχο στατιστικό (για τον αμερικανικό πληθυσμό τουλάχιστον): δεν έχουμε γίνει πιο επιεικείς με την απιστία. Αντίθετα. Οι μετρήσεις λένε πως άνδρες και γυναίκες στην πραγματικότητα απιστούν λιγότερο σήμερα απ’ ό,τι παλιά και αποδοκιμάζουν την απιστία εμπράκτως.
Όλοι έχουμε στον ευρύτερο οικογενειακό ή συγγενικό κύκλο και από μία ιστορία (ή και πολλές) όπου οι σύζυγοι (γυναίκες κυρίως αλλά και άνδρες) συνέχισαν να είναι παντρεμένοι ακόμα και μετά την αποκάλυψη μιας εξωσυζυγικής σχέσης, άλλοι με μικρά και άλλοι με μεγαλύτερα δράματα. «Αντίθετα, όλοι οι φίλοι μου στους οποίους συνέβη μια τέτοια προδοσία πήραν διαζύγιο ακόμα και αν είχαν παιδιά», λέει η συγγραφέας. Το εύρημα της Γουάιτζελ γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον παρακάτω: μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι σεξολόγοι κατέγραψαν ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες το 50% των παντρεμένων ανδρών και το 26% των παντρεμένων γυναικών παραστράτησαν σε κάποια φάση. Οι πρόσφατες έρευνες βάζουν αυτό το νούμερο πιο χαμηλά. Το 2013 μια ομάδα του Γέιλ και του Χάρβαρντ το τοποθετεί στο 33% και 19% αντίστοιχα.
Η ψαλίδα ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες μικραίνει κι άλλο σε μια πιο πρόσφατη έρευνα στο Σικάγο. Όλοι οι ειδικοί συμφωνούν ότι το gender gap της απιστίας μικραίνει στα νεαρά ζευγάρια. Το ποσοστό των ανδρών μειώνεται ενώ των γυναικών αυξάνεται. Γιατί; Ο πιο σημαντικός λόγος είναι το χρήμα: όσο οι γυναίκες αποκτούν οικονομική ανεξαρτησία τόσο πιο πρόθυμες είναι να ρισκάρουν το γάμο τους. Τα κεκτημένα (οικονομική ασφάλεια, σπίτι, στάτους) που κάποτε εξασφάλιζε μια γυναίκα μέσω του συζύγου της και φοβόταν να θέσει σε κίνδυνο με μια δική της εξωσυζυγική περιπέτεια, σήμερα είναι αγαθά που διαθέτει και από μόνη της.
«Έχω παρατηρήσει από τις φίλες μου ότι όσο πιο πετυχημένες επαγγελματικά γινόμαστε τόσο μεγαλύτερη σεξουαλική αυτοπεποίθηση αποκτάμε. Είναι θλιβερό μα αληθινό: όταν φτάνεις το στόχο καριέρας που ποτέ δεν θα κατακτούσες χωρίς τη σταθερότητα που σου παρέχει ένας αφοσιωμένος σύντροφος μπορεί να ξυπνήσεις ένα πρωί και να βρεις αυτόν το σύντροφο βαρετό», λέει η Γουάιτζελ. Και το πηγαίνει ακόμα πιο πέρα, σε άλλες άβολες αλήθειες του σύγχρονου γάμου. Φυσικά και δεν είναι νέο ότι οι παντρεμένες γυναίκες απιστούν. Από τη Μαντάμ Μποβαρί ως την Άννα Καρένινα, η μοιχεία είναι ένα δημοφιλές θέμα στα μεγάλα ευρωπαϊκά μυθιστορήματα του 19ου αιώνα. «Όλες οι ηρωίδες αυτών των μυθιστορημάτων στο τέλος πεθαίνουν. Ζουν σε έναν κόσμο που ορίζει τις γυναίκες αποκλειστικά ως συζύγους και όταν αποτυγχάνουν σε αυτό αφανίζονται.
Ευτυχώς σήμερα έχουμε περισσότερες επιλογές». Παρ’ όλα αυτά παραμένουμε αρκετά αυστηροί με την αποκάλυψη μιας μοιχείας. Το 1972, το 70% των ερωτηθέντων για το αν είναι κακό να απατάς το σύντροφό σου απάντησε ότι είναι «πάντα κακό». Το 2013 αυτό το νούμερο είχε περιέργως σκαρφαλώσει στο 83%. Νεοσυντηρητισμός; Ίσως όχι. «Οι προσδοκίες μας για τον έρωτα και τις σεξουαλικές σχέσεις έχουν αλλάξει. Τα κριτήρια για έναν καλό σύζυγο ήταν η οικονομική σταθερότητα και οι απόγονοι. Οι γάμοι επιβίωναν μιας απιστίας όχι μόνο γιατί η νομοθεσία των διαζυγίων το έκανε πιο δύσκολο να χωρίσεις αλλά και γιατί ο γάμος σήμαινε πολλά περισσότερα από προσωπική ευτυχία. Οι δυνάμεις της κοινωνίας κρατούσαν τα ζευγάρια ενωμένα», συνεχίζει η Γουάιτζελ. «Τείνουμε να πιστεύουμε ότι αυτό το παρελθόν ήταν καταπιεστικό. Όμως με κάποιο τρόπο μπορεί να ήταν και απελευθερωτικό. Μια κακοτοπιά στη σχέση σου δεν σήμαινε ότι έπρεπε να φέρεις τα πάνω κάτω στη ζωή σου».
Όλοι αυτοί οι προβληματισμοί της αρθρογράφου είναι ωστόσο και αρκετά αμερικανικοί. Διότι υπάρχει πάντα η Γαλλία με τη μακρά παράδοση στους εραστές και στις ερωμένες όπου μόλις το 47% των ανθρώπων –ούτε καν οι μισοί– απαντάει ότι η απιστία είναι κακό πράγμα, ενώ η Ιταλία σκοράρει στις έρευνες ως η πλέον άπιστη χώρα της Ευρώπης. Θα νόμιζες επίσης ότι η τεχνολογία και το ίντερνετ ενισχύουν την κλίση προς τη μοιχεία. Αλλά ούτε αυτό είναι βέβαιο. Ναι, είναι ευκολότερο για τον καθένα να πλησιάσει μια παντρεμένη γυναίκα στο facebook και να δοκιμάσει την τύχη του αλλά φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος του διαδικτυακού φλερτ εκτονώνεται εκεί. Όταν πέρυσι χάκερ έβγαλαν στη φόρα δεδομένα του Ashley Madison, του περιβόητου site που απευθύνεται σε παντρεμένους, ξεμπροστιάζοντας 37 εκατομμύρια μέλη, αποδείχτηκε πως τελικά πολλοί από αυτούς δε είχαν ποτέ συναντηθεί διά ζώσης. Τα social έχουν θολώσει τα όρια μεταξύ ψηφιακής και φυσικής ζωής και έχουν δημιουργήσει διαφορετικά όρια πίστης και απιστίας.
Τι είναι κάποιος που ανταλλάσσει sextings και σέξι φωτογραφίες; Τι κάνει κάποια που δέχεται τις κατ’ εξακολούθηση φιλοφρονήσεις ενός θαυμαστή on line; Είναι άπιστος κάποιος που βλέπει πορνογραφικό υλικό όταν η σύντροφός του κοιμάται στο διπλανό δωμάτιο; Παρά την τεχνολογία, βέβαια, μερικά πράγματα παραμένουν ίδια από την εποχή του Τολστόι: «Η φίλη μιας φίλης είχε ερωτευθεί έναν παντρεμένο που της υποσχόταν ότι θα αφήσει τη γυναίκα του. Το δυσκολότερο σημείο του χωρισμού τους ήταν να βλέπει πόσο εύκολα εξατμίστηκε το μέλλον που είχε φανταστεί μαζί του. “Δεν υπήρχα στο timeline της ζωής τους.
Μπορούσα εύκολα να βγω από το χάρτη γιατί ήμουν ήδη κρυμμένη. Στην πορεία της σχέσης τους, δεν υπήρξα ποτέ”». Θίγοντας τις πολλές πλευρές της απιστίας, καθώς και τη μηδενική ανοχή της κοινωνίας στην Άλλη Γυναίκα, η Αμερικανίδα συνάδελφος καταλήγει σε ένα μάλλον συγκαταβατικό συμπέρασμα –και το επισημαίνω γιατί περίμενα μήπως ακούσω κάποια ανακουφιστική σοφία που μπορεί κάποτε να φανεί χρήσιμη: «Ως συγγραφέας ξέρω ότι η ζωή μου είναι αχώριστη από τις ιστορίες που λέω στον εαυτό μου για μένα. Όσο ανοιχτόμυαλη κι αν πιστεύω ότι είμαι, αν μάθω ότι ο σύζυγός μου ζει με ένα διαφορετικό σενάριο, θα νιώσω συντετριμμένη, όπως νομίζω θα ένιωθε κι εκείνος αντίστοιχα. Οπότε νομίζω πως, ναι, παρ’ όλα αυτά, η απιστία μετράει το ίδιο με παλιά, αν όχι και περισσότερο από ποτέ.