Τη συσχέτιση μεταξύ σωματικής δραστηριότητας, ψυχικής υγείας και ποιότητας ύπνου έβαλαν στο μικροσκόπιο Νορβηγοί ερευνητές εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, επιβεβαιώνοντας την ευεργετική επίδραση της άσκησης έναντι της κατάθλιψης και του στρες -η οποία μάλιστα δεν εξασθενεί ακόμη και απέναντι σε ένα γεγονός τόσο ψυχοπιεστικό όσο η πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνουμε παγκοσμίως.
Η σχετική μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου Επιστημών και Τεχνολογίας της Νορβηγίας (NTNU) διεξήχθη την περασμένη άνοιξη ενώ η χώρα βρισκόταν σε καθεστώς καραντίνας, με τους συμμετέχοντες -μέλη αθλητικού συλλόγου- να καλούνται να δηλώσουν εάν είχαν αλλάξει οι συνήθειές τους σχετικά με την άσκηση εξαιτίας της πανδημίας.
Ζητούμενο της αρχικής ανάλυσης των ειδικών ήταν να χαρτογραφήσουν την ψυχική υγεία και τις διαταραχές ύπνου, και να διερευνήσουν εάν οι αλλαγές στη συνήθειες άσκησης είχαν επίδραση στον ύπνο.
«Χωρίς να εκπλαγούμε, διαπιστώσαμε ότι η συχνότητα επεισοδίων άγχους και κατάθλιψης είναι σημαντικά χαμηλότερη σε αυτό το δείγμα ατόμων που αθλούνται συγκριτικά με άλλους ανθρώπους. Και αυτό ίσχυε παρά το γεγονός ότι η έρευνα διεξήχθη εν μέσω του δυσκολότερου σκέλους της πανδημίας» αναφέρει η Linda Ernstsen, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Δημόσιας Υγείας και Νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου Επιστημών και Τεχνολογίας της Νορβηγίας, η οποία επέβλεψε την μελέτη από κοινού με τον συνάδελφό της στο NTNU καθηγητή Ψυχολογίας Audun Havnen.
Το σχετικό εύρημα σαφώς και δεν προκαλεί έκπληξη στους ερευνητές, καθώς είναι ήδη αποδεδειγμένη η συσχέτιση μεταξύ σωματικής και ψυχικής υγείας.
Ωστόσο, η νέα μελέτη περιέχει και κάποια στοιχεία-έκπληξη που σχετίζονται ειδικά με το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι άλλαξαν το πρόγραμμα άσκησής τους την περασμένη άνοιξη.
«Ήταν αναπάντεχο το γεγονός ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι αύξησαν τη σωματική τους δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Δεδομένου ότι οι άνθρωποι ενθαρρύνθηκαν να αποφύγουν τους δημόσιους χώρους και να μείνουν στο σπίτι, το γεγονός ότι τόσοι πολλοί χρησιμοποίησαν τον επιπλέον χρόνο που διέθεταν για να ασκηθούν περισσότερο ήταν μία θετική συνέπεια» επισημαίνει ο καθηγητής Havnen.
Αν και τα δραστήρια άτομα σε γενικές γραμμές υποφέρουν λιγότερο από κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές συγκριτικά με ανθρώπους που δεν αθλούνται, αυτό δεν αποτελεί κανόνα.
Με το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού, πολλά από τα μέλη του αθλητικού συλλόγου που συμμετείχαν στην έρευνα τροποποίησαν την προπόνησή τους, ανεξαρτήτως εάν αντιμετώπιζαν προβλήματα ψυχικής υγείας ή όχι.
Θα υπέθετε κανείς ότι αυτή η αλλαγή θα επηρέαζε και την ποιότητα του ύπνου τους. Αλλά αυτό δεν συνέβη, γεγονός το οποίο και αποτελεί στοιχείο-έκπληξη της μελέτης.
«Θεωρούσαμε ότι η σχέση μεταξύ ψυχικής υγείας και διαταραχών ύπνου θα ήταν πιο έντονη σε ανθρώπους που άλλαξαν τη συχνότητα που αθλούνταν. Όμως, δεν εντοπίσαμε διαφοροποιήσεις» αναφέρει η Ernstsen. Οι δύο ομάδες επηρεάστηκαν συνεπώς ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από τις αλλαγές στις συνήθειες άσκησης.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε συσχέτιση μεταξύ ψυχικής υγείας και ύπνου, ακόμη και στην ενεργή αυτή ομάδα.
«Εντοπίσαμε μία συσχέτιση μεταξύ συμπτωμάτων άγχους και προβλημάτων ύπνου και μία συσχέτιση μεταξύ συμπτωμάτων κατάθλιψης και προβλημάτων ύπνου» αναφέρει η καθηγήτρια.
Όσοι υποφέρουν από κατάθλιψη και άγχος κοιμούνται συστηματικά λιγότερα καλά, και αυτό ισχύει και για όσους είναι σωματικοί δραστήριοι.
«Δεδομένου ότι όλοι οι συμμετέχοντες απάντησαν στις ερωτήσεις την ίδια περίοδο, την περασμένη άνοιξη, μέχρι στιγμής γνωρίζουμε μόνο ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ σωματικής δραστηριότητας, ψυχικής υγείας και ύπνου. Για να διερευνήσουμε τι οδηγεί σε αυτό, προσκαλέσαμε τους συμμετέχοντες να επαναλάβουμε την έρευνα και μετά από έξι και δώδεκα μήνες ώστε να μελετήσουμε τις αλλαγές με την πάροδο του χρόνου» δήλωσε ο Audun Havnen.
Πηγή: ygeiamou.gr