H Τζούλια Τσάιλντ είχε πει «η μόνη ώρα για να φας φαγητό διαίτης είναι όταν περιμένεις να γίνει η μπριζόλα». Δεκαετίες μετά, οι γκουρού της καθαρής διατροφής έχουν αντιστρέψει κάπως το ρεύμα και φαίνεται ότι η μόνη ώρα για να φας ένα steak au beurre είναι όταν περιμένεις το έμφραγμα. Το οποίο, όμως, δεν είναι βέβαιο ότι θα αποφύγεις τρώγοντας αποκλειστικά μπρόκολο και γκότζι μπέρι.
Κάτω από την απόλυτα αόριστη, απόλυτα τρέντι ομπρέλα του wellness, όπου ό,τι υγιεινό είναι ουσιαστικά μονόδρομος για κάθε υπεύθυνο homo sapiens που θέλει να ζήσει για πάντα όσο περνάει από το χέρι του, η νέα διατροφική μόδα της καθαρότητας της τροφής βρήκε το ιδανικό περιβάλλον να σβήσει όλες τις προηγούμενες δίαιτες της μόδας. Ο ορισμός του clean eating είναι ασαφής και μάλλον υποκειμενικός, ανάλογα με το πώς ερμηνεύει κανείς το ανθυγιεινό στο προσωπικό του μενού – έχοντας προηγουμένως αποδεχτεί μερικές αντικειμενικές παραδοχές, όπως ότι δυο κιλά παγωτό μετά από ένα μπέργκερ που δεν δαγκώνεται εκτός αν είσαι κροκόδειλος είναι κάτι σαν Tetris για τις αρτηρίες. Σε γενικές γραμμές, clean eating σημαίνει πολλά λαχανικά, αρκετά φρούτα, καθόλου κορεσμένα λιπαρά και επεξεργασμένες τροφές, χαμηλά λιπαρά γενικώς, ελάχιστη εως καθόλου ζάχαρη και πολλοί αυτάρεσκοι σταυροφόροι της μεγάλης ιδέας, έτοιμοι να σε κοιτάξουν υποτιμητικά αν παραγγείλεις κάτι που δεν θα έβγαινε ποτέ από κουζίνα νοσκομείου.
Ως τρεντ, πρέπει κανείς να παραδεχτεί ότι η καθαρή διατροφή έχει πολύ πιο δυνατό trade mark από όλες τις άλλες σχετικές μόδες. «Μακροβιοτικό», «οργανικό», «χαμηλό σε λιπαρά» είναι πολύ πιο αδύναμες λέξεις από πλευράς μάρκετινγκ, μπροστά στο «καθαρό», που υπαινίσσεται πως οτιδήποτε δεν ανήκει στην κατηγορία του είναι απλώς «βρώμικο» και ποιος θέλει να τρώει βρώμικα εκτός από μεθυσμένους πελάτες καντίνας που θα έτρωγαν ακόμα και το χέρι του καντινιέρη αν είχε πάνω αρκετή μουστάρδα και τηγανητές πατάτες; Εχει να κάνει με την ψυχολογία. Οι καταναλωτές χωρίζουν το φαγητό σε δύο κατηγορίες, καλό φαγητό και κακό φαγητό, σύμφωνα με τον διευθυντή του Εργαστηρίου Συμπεριφοράς INSEAD της Σορβόννης Πιερ Σαντόν, που δηλώνει: «Ως αποτέλεσμα, αν ισχυρίζεσαι ότι κάτι είναι καλό σε μια διάσταση (χαμηλά λιπαρά, χωρίς γλουτένη κ.λπ.) οι άνθρωποι το κατηγοριοποιούν ως καλό γενικά, σαν να έχει όλες τις ιδιότητες του καλού φαγητού».
Αν και οι οπαδοί της καθαρής διατροφής συχνά υποστηρίζουν ότι πρόκειται για επιλογή τρόπου ζωής και όχι για δίαιτα, οι απαγορεύσεις στο μενού της μόδας δείχνουν ότι μάλλον δεν έχουν δίκιο. Η δαιμονοποίηση ολόκληρων ομάδων τροφής έχει ξαναγίνει – και γίνεται κάθε φορά που μια νέα δίαιτα πλασάρεται ως παγκόσμιο τρεντ. Κέτο, Ατκινς, paleo και πάει λέγοντας, όλες στοχοποιούν κάποιο είδος διατροφής που είναι ουσιαστικά σαν τον Νταρθ Βέιντερ σε πιάτο και υπόσχονται υγεία και αδυνάτισμα με την εξολόθρευσή του. Για κάποιους είναι τα γαλακτοκομικά, για άλλους η ζάχαρη, για πολλούς το λευκό ψωμί, για όλους το αλκοόλ, οι εξόριστοι του μενού είναι τόσοι όσοι και τα γούστα των ανθρώπων και το clean eating είναι ένα βολικό πλαίσιο για να εξαφανιστούν όλοι οι συνήθεις ύποπτοι με συνοπτικές διαδικασίες.
Η επιλογή υγιεινών τροφών ασφαλώς είναι η λογική επιλογή για έναν υγιή οργανισμό, η εμμονή όμως με την καθαρή διατροφή είναι κάτι πολύ διαφορετικό, αφού ουσιαστικά ανοίγει το δρόμο για την ορθορεξία, που θεωρείται έστω και ανεπίσημα διατροφική διαταραχή και απαιτεί θεραπεία και όχι συγχαρητήρια. Οι ορθορεξικοί, μεταξύ άλλων συμπτωμάτων, περιορίζουν το εύρος των τροφών που καταναλώνουν αποκλείοντας κάποιες ως ανθυγιεινές, είτε υπάρχει επιστημονική βάση είτε όχι για κάτι τέτοιο, επικεντρώνονται φανατικά στην επιλογή της τροφής και τη θεωρούν πηγή υγείας και όχι απόλαυση. Θεωρούν ότι η διατροφή μπορεί να θεραπεύσει αρρώστιες και να επιφέρει υγεία και ηθικολογούν ενάντια στους άλλους με βάση τις διατροφικές του επιλογές – ακούγεται καθόλου οικείο; Επιπλέον καταστρέφουν την κοινωνική τους ζωή για λόγους απόλυτα κατανοητούς όχι μόνο επειδή δεν τρώνε ό,τι και οι άλλοι άνθρωποι, αλλά επειδή συχνά είναι απλώς ανυπόφοροι.
Η έλλειψη επιστημονικού gravitas των γκουρού του clean eating έχει προκαλέσει αρκετή συζήτηση (και έχει δώσει πολύ ωραία επιχειρήματα στους σκεπτικιστές του τρεντ). Οι αδελφές Χέμσεϊ, διασημότητες του χώρου, με βιβλία, ένα καφέ στο Selfridge’s και δική τους εκπομπή, έχασαν το μομέντουμ τους όταν υποστήριξαν ότι τα πιο υγιεινά αυγά είναι αυτά που περισυλλέγονται δύο ημέρες πριν από την πανσέληνο και το Twitter απλά τρελάθηκε, αλλά και όταν δήλωσαν ότι μεγάλη τους έμπνευση ήταν η δίαιτα GAPS, που διατείνεται ότι θεραπεύει, μεταξύ άλλων, τον αυτισμό και τη σχιζοφρένεια μέσω κουζίνας, επειδή γιατί όχι. Εκτοτε, οι Χέμσεϊ αλλά και η έτερη σελέμπριτι του είδους, Ελα Μιλς, έχουν αποκηρύξει τον όρο «clean eating», αλλά είναι πολύ αργά. Για το πώς οι πιο trending θιασώτες της καθαρής διατροφής έχουν λίγο περισσότερη επιστημονική κατάρτιση από την Αγία Αθανασία του Αιγάλεω χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Σάσκια Γκρέγκσον Γουίλιαμς. Το 2015, τότε 17 ετών μπαλαρίνα και food blogger, έγραψε ένα βιβλίο συνταγών χωρίς γαλακτοκομικά, κρέας και σίτο και ο οίκος Ebury Press σκέφτηκε ότι ήταν καλή ιδέα να το εκδώσει γιατί ποιος καλύτερος να πει σε νεαρά κορίτσια τι να τρώνε από μια άσχετη έφηβη προερχόμενη από ένα χώρο που σχεδόν επιβάλλει τη νευρική ανορεξία;
Οι διαιτολόγοι συμφωνούν ότι καταναλώνοντας ποσότητες ανθυγιεινών τροφών βλάπτουμε τον οργανισμό μας, αλλά το ζήτημα με την καθαρή διατροφή είναι ότι δεν μπορεί να υποσχεθεί υγεία ή ότι οι οπαδοί της θα ζήσουν ως τα βαθιά γεράματα κουνώντας το κεφάλι με νόημα όταν θα θάβουν τους άπιστους που επέμεναν να τρώνε για τη χαρά του φαγητού. Η αυταρέσκεια, βέβαια, ήταν πάντα ένα ζήτημα για τους militants κάθε σκοπού, του διατροφικού ξερολισμού μη εξαιρουμένου. Για τους οπαδούς της καθαρής διατροφής, όσοι επιμένουν σε κακές συνήθειες είναι υπεύθυνοι για τα βάσανά τους, μοιάζουν ανεύθυνοι και αυτοκαταστροφικοί και άξιοι να πάθουν τα κακά της μοίρας τους – της ανθρώπινης μοίρας που περιλαμβάνει ασθένειες που γελάνε πάνω από πιάτα γεμάτα από κινόα και λόφους από κάλε. Οποιος έχει φίλους vegan, για παράδειγμα, ίσως γνωρίζει τα περί ηθικής προκατάληψης, ενδεχομένως να τον έχουν αντιμετωπίσει ως ουσιαστικά κανίβαλο λες και επειδή απολαμβάνει μια καλοψημένη μπριζόλα θα μπορούσε να φάει ζωντανό το παιδί τους ή το golden retriever τους, απλώς επειδή πείνασε.
Εκτός από φανατικούς οπαδούς, η καθαρή διατροφή έχει επίσης και φανατικούς αρνητές, όπως η σεφ Ναϊτζέλα Λόουσον, η οποία δήλωσε ότι οι πολύ στερητικές δίαιτες συχνά κρύβουν κάποια διαταραχή και ότι το clean eating κάνει όλες τις άλλες επιλογές διατροφής να φαίνονται βρώμικες και κατακριτέες. Η ίδια συνιστά ένα ισορροπημένο μενού και λιγότερο αυτομαστίγωμα, πρόταση που μοιάζει πολύ πιο λογική από το να ακολουθήσεις τις διατροφικές συνήθειες ενός ψευδοπροφήτη που σχεδόν ποτέ δεν έχει επιστημονική κατάρτιση για να παίρνει κόσμο στο λαιμό του (όπως, για να πούμε στην τύχη ένα παράδειγμα, η Γκουίνεθ Πάλτροου που έχει μια ωραία ιδέα για όλα, από το τι να σερβίρουμε στα παιδιά μας μέχρι κολπικούς ατμοκαθαριστές). Οχι τυχαία, οι πιο κομψές γυναίκες του κόσμου είναι οι Γαλλίδες που τρώνε λίγο απ’ όλα. Και δεν θα αντάλλαζαν το τυρί ή το κόκκινο κρασί με κάλε και κουνουπίδι για όλες τις υποσχέσεις αιώνιας ζωής του κόσμου.